Τουλάχιστον 14 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 32 τραυματίστηκαν από τις αιφνίδιες πλημμύρες που έπληξαν την παράκτια επαρχία Σάφι του Μαρόκου, την Κυριακή 14 Δεκεμβρίου. Οι καταρρακτώδεις βροχές προκάλεσαν χάος στην περιοχή, αφήνοντας πίσω τους ένα τοπίο καταστροφής.
Οι μαροκινές αρχές επιβεβαίωσαν τον τραγικό απολογισμό, ενώ οι περισσότεροι από τους τραυματίες έχουν ήδη λάβει εξιτήριο από τα νοσοκομεία. Συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό οι επιχειρήσεις διάσωσης, καθώς οι δυνάμεις της πολιτικής προστασίας προσπαθούν να προσεγγίσουν απομονωμένες περιοχές.
Η οργή των κατοίκων και οι ελλείψεις υποδομών
Μόλις μία ώρα σφοδρής βροχόπτωσης ήταν αρκετή για να μετατρέψει τους δρόμους της παλιάς πόλης του Σάφι σε ορμητικούς χειμάρρους. Σπίτια και καταστήματα πλημμύρισαν, αυτοκίνητα παρασύρθηκαν και πολλοί δρόμοι, τόσο εντός όσο και εκτός της πόλης, κόπηκαν.
Η επαρχία Σάφι, γνωστή και ως Ασφί, είναι μια σημαντική παράκτια περιοχή στον Ατλαντικό, με την οικονομία της να βασίζεται στην αλιεία, τη γεωργία και τον τουρισμό. Η παλιά πόλη, με τα παραδοσιακά της σοκάκια και τα φεστιβάλ όπως το Festival de la Ville, αποτελεί πόλο έλξης για πολλούς επισκέπτες.
Πολλοί κάτοικοι εκφράζουν φόβο και αγανάκτηση για την απότομη μετάβαση από μια παρατεταμένη περίοδο ξηρασίας σε τέτοιες καταστροφικές πλημμύρες. Ζητούν άμεσα βελτίωση των υποδομών, κυρίως των αγωγών αποστράγγισης, οι οποίοι αποδείχθηκαν ανεπαρκείς να διαχειριστούν τον όγκο του νερού.
Κλιματική αστάθεια και διεθνής ανησυχία
Το Μαρόκο βιώνει έντονες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις στην οροσειρά του Άτλαντα, μετά από επτά χρόνια ξηρασίας που είχαν πλήξει σοβαρά την αγροτική παραγωγή και τα υδροηλεκτρικά έργα της χώρας. Αυτό το φαινόμενο υπογραμμίζει την κλιματική αστάθεια που αντιμετωπίζει η περιοχή.
Παρόμοια φαινόμενα πλημμυρών έχουν καταγραφεί και στο παρελθόν σε άλλες περιοχές του Μαρόκου, όπως το Τανζάν και το Ουαρζαζάτ, αναδεικνύοντας την ευπάθεια των παράκτιων και ορεινών ζωνών σε ακραία καιρικά γεγονότα. Η γεωγραφική θέση της χώρας και η αστικοποίηση συμβάλλουν στην επιδείνωση των συνεπειών.
Διεθνείς οργανισμοί, όπως η UNESCO και η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρακολουθούν στενά την κατάσταση, εντάσσοντας το γεγονός στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αναρτήσεις τονίζουν την ανάγκη για παγκόσμια αλληλεγγύη και βοήθεια προς τους πληγέντες. Περιβαλλοντικοί ακτιβιστές βλέπουν το περιστατικό ως μια ακόμη προειδοποίηση για την επιδείνωση των ακραίων φαινομένων στην περιοχή του Βόρειου Ατλαντικού.
