Η Ευρωπαϊκή Ένωση έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην Άγκυρα, αποκλείοντας την Τουρκία από το κρίσιμο αμυντικό πρόγραμμα SAFE. Η απόφαση αυτή, που ελήφθη έπειτα από σθεναρές παρεμβάσεις της Ελλάδας και της Κύπρου, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, αναδεικνύοντας τις βαθιές γεωπολιτικές τριβές που επηρεάζουν τη σχέση ΕΕ-Τουρκίας στον τομέα της άμυνας.
Ελληνική και Κυπριακή Διπλωματική Επίτυχία: Το Παρασκήνιο του Αποκλεισμού
Ο αποκλεισμός της Τουρκίας από το πρόγραμμα SAFE δεν ήταν τυχαίος, αλλά το αποτέλεσμα συντονισμένων διπλωματικών κινήσεων από την Αθήνα και τη Λευκωσία. Ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης έθεσαν αυστηρούς όρους, καθιστώντας σαφές ότι η συμμετοχή της Τουρκίας σε ευρωπαϊκές αμυντικές πρωτοβουλίες είναι ασύμβατη με την επιθετική της ρητορική και τις πάγιες διεκδικήσεις της.
Η ελληνική θέση εδράζεται στην απαίτηση για άρση του casus belli (αιτία πολέμου) που έχει κηρύξει η Τουρκία κατά της Ελλάδας από το 1995, καθώς και στην αμφισβήτηση της κυριαρχίας ελληνικών νησιών στο Αιγαίο. Η επίσημη αντίδραση από την πλευρά της Τουρκίας είναι ακόμα αναμενόμενη, ωστόσο η δυσαρέσκεια είναι ήδη εμφανής.
«Βέτο» και «Λόμπι»: Οι Τουρκικές Αντιδράσεις Μέσω των ΜΜΕ
Τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης δεν έκρυψαν την ενόχλησή τους, ερμηνεύοντας την απόφαση ως άμεση συνέπεια των ελληνικών και κυπριακών πιέσεων. Οι τίτλοι των εφημερίδων είναι χαρακτηριστικοί:
- Η αντιπολιτευόμενη Sözcü χρησιμοποίησε τον οργισμένο τίτλο: «Η ‘Νότια Κύπρος’ απέκλεισε την Τουρκία από αμυντικό πρόγραμμα ύψους 150 δισ. ευρώ», υποστηρίζοντας ότι Αθήνα και Λευκωσία «έπεισαν την ΕΕ να μην ανοίξει καμία πόρτα για την Άγκυρα».
- Η Cumhuriyet έκανε λόγο για «Βέτο από τους Ελληνοκύπριους», συνδέοντας άμεσα την αρνητική εξέλιξη με τις προϋποθέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη.
- Η εφημερίδα Nefes μίλησε για οργανωμένο σχέδιο: «Δούλεψε το ελληνικό και ελληνοκυπριακό λόμπι – δεν πήραν την Τουρκία στο πρόγραμμα SAFE».
- Τέλος, η T24 εστίασε στην ανακοίνωση της Λευκωσίας, παραθέτοντας τη δήλωση του Προέδρου Χριστοδουλίδη: «Η ΕΕ υιοθέτησε τη στάση μας έναντι της Τουρκίας».
Ανάλυση: Το γεγονός ότι τα τουρκικά ΜΜΕ αναφέρονται στην Κυπριακή Δημοκρατία ως «Νότια Κύπρο» υπογραμμίζει την απουσία αναγνώρισης, ένα διαχρονικό αγκάθι στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ, και εντείνει τη δυσφορία για τις ευρωπαϊκές αποφάσεις. Αυτό αποδεικνύει ότι οι εντάσεις δεν περιορίζονται μόνο στο Αιγαίο, αλλά επεκτείνονται και στην Κυπριακή ΑΟΖ και εν γένει στην αναγνώριση της Κύπρου ως κυρίαρχου κράτους μέλους της Ένωσης.
Το Πρόγραμμα SAFE και η Γεωπολιτική του Σημασία
Το πρόγραμμα Ευρωπαϊκής Αμυντικής Συνεργασίας (SAFE) αποτελεί βασικό πυλώνα της προσπάθειας της ΕΕ να ενισχύσει την αυτόνομη στρατηγική της. Στοχεύει στην ανάπτυξη κοινών αμυντικών δυνατοτήτων και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Η συμμετοχή σε τέτοια προγράμματα προσφέρει πρόσβαση σε σημαντική χρηματοδότηση – όπως αναφέρουν τα τουρκικά μέσα και σε τεχνογνωσία, αλλά και ενισχύει τον γεωπολιτικό ρόλο των συμμετεχόντων κρατών.
Στην εκτίμηση του δημοσιογράφου Μανώλη Κωστίδη από την Κωνσταντινούπολη, «το ελληνικό και το ελληνοκυπριακό λόμπι λειτούργησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η Τουρκία δεν έγινε δεκτή στο πρόγραμμα SAFE». Το αξιοσημείωτο είναι πως αυτό συμβαίνει παρόλο που, όπως σημειώνει, έχουν γίνει κάποια ανοίγματα από την πλευρά του Χακάν Φιντάν προς την Ελλάδα, κυρίως για την αιγιαλίτιδα ζώνη.
Ευρύτερες Επιπτώσεις και Μελλοντικές Προκλήσεις
Ο αποκλεισμός από το SAFE δεν είναι μόνο μια τεχνική απόφαση· είναι μια πολιτική δήλωση. Η ΕΕ στέλνει ένα μήνυμα ότι η συνεργασία στον ευαίσθητο τομέα της άμυνας απαιτεί σεβασμό του διεθνούς δικαίου και των βασικών αρχών καλής γειτονίας. Για την Τουρκία, αυτή η εξέλιξη δυσχεραίνει τις προσπάθειές της να αναβαθμίσει τις αμυντικές της δυνατότητες μέσω ευρωπαϊκών πόρων και συνεργασιών, πιθανώς ωθώντας την σε μεγαλύτερη εξάρτηση από άλλους διεθνείς εταίρους ή στην ανάπτυξη εγχώριων λύσεων.
In the author’s assessment: Η απόφαση αυτή αντανακλά μια αυξανόμενη συνοχή εντός της ΕΕ έναντι τουρκικών προκλήσεων, υπογραμμίζοντας την αποτελεσματικότητα της διπλωματικής πίεσης από κράτη-μέλη που αντιμετωπίζουν άμεσα τις τουρκικές διεκδικήσεις. Παράλληλα, αποτελεί μια υπενθύμιση ότι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ, αν και τυπικά ενεργή, παραμένει ουσιαστικά παγωμένη λόγω τέτοιων ζητημάτων.
