«Το 2025 αναμένουμε να δούμε την κατάρρευση ενός παλιού ταμπού: τη δημιουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων», δήλωσε ο Υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης, από το βήμα της Βουλής κατά τη διάρκεια της συζήτησης του προϋπολογισμού.
Ο κύριος Πιερρακάκης κάλεσε την αντιπολίτευση να πάψει τη χρήση συνθημάτων και να μην μετατρέπει την παιδεία σε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης. «Αν περιμένετε από εμένα προτάσεις, ζητώ κοστολογημένες ιδέες από την αντιπολίτευση. Είμαστε ανοικτοί να τις υιοθετήσουμε, εφόσον είναι υλοποιήσιμες», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο Χρήστος Γιαννούλης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, αντέτεινε με σκωπτική διάθεση ότι «δημιουργείτε προσδοκίες ότι τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου θα εγκατασταθούν στην Ελλάδα, ενώ η εστία στη Θεσσαλονίκη παραμένει σε άθλια κατάσταση». Κατηγόρησε επίσης τον υπουργό για πολιτική ανέντιμη στάση.
Απαντώντας στις κατηγορίες, ο Υπουργός Παιδείας είπε: «Λυπάμαι για τα λόγια του κυρίου Γιαννούλη. Ναι, το Χάρβαρντ δεν πρόκειται να έρθει, αλλά το Γέιλ και το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης έχουν ήδη εκφράσει ενδιαφέρον, καθώς και άλλα περίπου 15 διεθνή ιδρύματα.»
Ο κ. Πιερρακάκης, απευθυνόμενος στο ΠΑΣΟΚ, του καταλόγισε αντιφάσεις, λέγοντας «έχετε αλλάξει θέσεις 5-6 φορές γύρω από τα μη κρατικά πανεπιστήμια».
Σε αναφορά του ΠΑΣΟΚ για το IB, είπε: «Η πρόσφατη ανακοίνωσή σας ήταν αντιφατική, ισχυρίζεστε ότι προωθώ ξένα προγράμματα. Ξεχνάτε ότι αυτό το θεσμικό πλαίσιο ψηφίστηκε το 1995 επί Ανδρέα Παπανδρέου και με υπουργό Παιδείας τον Γιώργο Παπανδρέου».
Ο κ. Πιερρακάκης τόνισε τη σημασία της συνεργασίας ελληνικών δημοσίων πανεπιστημίων με διεθνώς αναγνωρισμένα ιδρύματα, δηλώνοντας: «Ναι, το 2025 θα σπάσει ένα παρωχημένο ταμπού». Επιπλέον, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να προσκαλέσει όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης να υποβάλουν ολοκληρωμένες και κοστολογημένες προτάσεις για την εκπαίδευση.
Πρόσθεσε, «οι συνολικές δαπάνες για την παιδεία, όπως υπολογίζονται από την Eurostat, ανέρχονται για το επόμενο έτος σε 9,58 δισ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο 3,9% του ΑΕΠ, ενώ οι μέσοι όροι στην Ευρωζώνη και την ΕΕ είναι 4,6% και 4,7% αντίστοιχα».
«Αυτό δείχνει ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμα στους επιθυμητούς στόχους. Αλλά η διαδρομή προς αυτούς τους στόχους είναι σταδιακή, στοχευμένη και χρειάζεται αξιοπιστία», κατέληξε.