«Δεν συζητάμε καθόλου για αλλαγή στο εκλογικό νόμο, αυτό είναι ξεκάθαρο». Με αυτή τη δήλωση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έθεσε τέλος στις φήμες που κυκλοφορούσαν σχετικά με ενδεχόμενες τροποποιήσεις του εκλογικού πλαισίου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη διάρκεια της παραδοσιακής συνέντευξης τύπου στη ΔΕΘ, απάντησε σε σχετική ερώτηση επισημαίνοντας τις συζητήσεις που προηγήθηκαν των τελευταίων εθνικών εκλογών.
«Αυτοί που νόμιζαν πως η αυτοδυναμία ήταν ανέφικτη πριν τις εκλογές του 2023 διαψεύστηκαν. Αυτή ήταν εφικτή ακόμα και με την απλή αναλογική. Αν είχαμε πέντε κόμματα στη Βουλή και όχι εννέα, η ΝΔ θα μπορούσε να εκλέξει 170 βουλευτές. Σε αυτοί που πιστεύουν πως η αυτοδυναμία θα είναι δύσκολη στις επόμενες εκλογές με τον τρέχοντα εκλογικό νόμο, προτείνω λίγη υπομονή και ίσως να εξετάσουν την ιστορία των προηγούμενων τετραετιών».
Με βάση αυτή την τοποθέτηση, η κυβέρνηση μέχρι στιγμής έχει αποκλείσει οποιαδήποτε πρόταση για τροποποίηση του εκλογικού νόμου. Παρά τις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι το 41% δεν ισχύει πλέον, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι πιστεύουν πως υπάρχει περιθώριο ανάκαμψης στις δημοσκοπήσεις.
Σύμφωνα με την ανάλυση των δεδομένων, η Νέα Δημοκρατία μπορεί να φτάσει στο ποσοστό των ευρωεκλογών, δηλαδή περίπου στο 28%. Ωστόσο, οι συνεργάτες της κυβέρνησης επισημαίνουν δύο σημαντικούς παράγοντες. Πρώτον, υπάρχει μια πολύ μεγάλη «δεξαμενή» αναποφάσιστων, που αγγίζει το 17 με 18%. Αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον έναν στους τέσσερις ψηφοφόρους της κυβέρνησης.
Δεύτερον, οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν υπάρχει ισχυρός αντίπαλος αυτή τη στιγμή, αφού ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζονται από τους πολίτες ως εναλλακτικές προτάσεις για την κυβέρνηση.
Στο Μέγαρο Μαξίμου πιστεύουν ότι τα ποιοτικά στοιχεία που προκύπτουν από τις έρευνες παρέχουν στην κυβέρνηση την ευκαιρία και τον χρόνο να αξιοποιήσει τα τρία χρόνια μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές. Ο στόχος είναι να παρουσιάσουν αποτελέσματα στους τομείς που έχουν καθοριστεί – την αύξηση των εισοδημάτων και την βελτίωση της καθημερινότητας – ώστε να κριθούν από τα αποτελέσματα της δεύτερης τετραετίας.
Εάν αυτή η στρατηγική λειτουργήσει τα επόμενα τρία χρόνια, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι η Νέα Δημοκρατία μπορεί να διεκδικήσει ένα ποσοστό που θα της εξασφαλίσει την αυτοδυναμία. Συνάμα, αναγνωρίζουν ότι οι απαντήσεις στις δημοσκοπήσεις δίνονται σε «νεκρό χρόνο», επειδή αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν εκλογές και πίεση για τους πολίτες, γεγονός που δεν αποτυπώνει την πραγματική δυναμική των κομμάτων.
Με αυτή τη θεώρηση, αν η κυβέρνηση άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου θα φαινόταν ότι αναγνωρίζει την δυσκολία να αλλάξει το υπάρχον κλίμα. Αξιοσημείωτο είναι πως σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, το ποσοστό αυτοδυναμίας κυμαίνεται από 36% έως 37%, ανάλογα με τα ποσοστά των κομμάτων που εισήλθαν στη Βουλή και εκείνων που έμειναν εκτός.