Η Τουρκία φαίνεται να απομακρύνεται από τον διάλογο και την συνεργασία με την Ελλάδα, περιορίζοντας τις αρχικές της φιλοδοξίες. Αυτή η στροφή προκαλεί σημαντικές ανησυχίες για την αντιμετώπιση των διαρκώς ανα arising δυναμικών ζητημάτων στην περιοχή.
Κατά τις τελευταίες εβδομάδες, η Τουρκία στέλνει ένα ξεκάθαρο σινιάλο ότι δεν προτίθεται να υποχωρήσει από τις διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας. Αυτό καταδεικνύεται όχι μόνο από τις παραβάσεις εντός του FIR Αθηνών και τις παραβιάσεις του εθνικού εναερίου χώρου, που αναδύονται μετά από σχεδόν δύο χρόνια, αλλά επίσης από την αύξηση των μεταναστευτικών ροών και τις τουρκικές παρεμβάσεις στις έρευνες για την τοποθέτηση καλωδίων στο Αιγαίο και στο Καρπάθιο. Η Τουρκία δεν δείχνει διατεθειμένη να επιτρέψει τη δημιουργία κάποιου μηχανισμού για τη μείωση των εντάσεων.
Αναφορικά με τις έρευνες, φαίνεται ότι προϋπόθεση αποκλιμάκωσης για την Τουρκία είναι η υποχώρηση της Ελλάδας και η έμμεση αποδοχή των δικαιωμάτων που διεκδικεί σε περιοχές κοντά στα χωρικά ύδατα των 6 ναυτικών μιλίων των νησιών.
Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, Γ. Γκιουλέρ, δήλωσε ότι «κανένα έργο δεν μπορεί να προχωρήσει στη Μεσόγειο χωρίς την έγκριση της Τουρκίας». Ανέφερε το περιστατικό της Κάσου, υποστηρίζοντας ότι οι έρευνες του ιταλικού σκάφους πραγματοποιήθηκαν μόνο με άδεια από τις Τουρκικές Αρχές. Επιπλέον, τόνισε τη βαρύτητα της θέσης της Τουρκίας να αποτρέψει «μη εξουσιοδοτημένες δραστηριότητες στην υφαλοκρηπίδα της».
Οι δηλώσεις του Γκιουλέρ, που ακόμη επικαλέστηκε το ανενεργό Πρωτόκολλο της Βέρνης του 1975—σχετικό με σεισμικές έρευνες υδρογονανθράκων—υποδεικνύουν ότι θεωρεί τις ελληνικές ενέργειες για την πόντιση καλωδίου ανάμεσα στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου παράνομες, παραβιάζοντας την «τουρκική υφαλοκρηπίδα». Αυτές οι δηλώσεις καταδεικνύουν την διαρκή αλλαγή κλίματος στην τούρκικη στάση.
Η Τουρκία αντέδρασε επίσης στους χάρτες της Κομισιόν που δείχνουν την ελληνική ΑΟΖ, όπως και από συχνές αναφορές του Χακάν Φιντάν, που προσδιόρισε τη δική του ερμηνεία για τις συνομιλίες με τον Έλληνα ομόλογό του. Οι εξελίξεις αυτές έχουν επιδεινώσει τις σχέσεις, ιδιαίτερα σε μια συγκυρία όπου οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα έχουν περιορίσει τις δυνατότητες του υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη.
Η Αθήνα θα πρέπει να επισημάνει τις παραβιάσεις στον τούρκικο τομέα και να προτείνει την αποφυγή αιχμηρών δηλώσεων που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τη συγκεκριμένη κατάσταση, ενώ θα αντιμετωπίσει και άλλες προκλήσεις στο μέλλον. Η πρώτη εξ αυτών είναι η επιστροφή του ερευνητικού πλοίου Ievoli Relume στα διεθνή ύδατα, στο πλαίσιο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου, χωρίς προς το παρόν κάποια αξιοποιήσιμη φόρμουλα που να αποτρέπει τουρκικές αντιδράσεις.
Από τον Ιούλιο, όταν προέκυψε η ένταση γύρω από την Κάσο, μέχρι τον Οκτώβριο που ξεκίνησαν οι έρευνες για την ηλεκτρική διασύνδεση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, η Τουρκία τηρεί τη ίδια στρατηγική. Εκμεταλλεύεται τις θαλάσσιες ελευθερίες για να εγείρει ισχυρισμούς σχετικά με την υπεράσπιση της δυνητικής ελληνικής υφαλοκρηπίδας, και μάλιστα σε περιοχές που δεν εμπίπτουν στο αμφισβητούμενο Τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Δημοσιεύματα αναφέρουν ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει θέσει το ζήτημα στον Χακάν Φιντάν, με στόχο να ευνοηθεί η αποτροπή συνέχισης της έντασης στο προσεχές διάστημα. Ωστόσο, η Τουρκία έχει δηλώσει τις προθέσεις της, προχωρώντας στην αποστολή πολεμικών πλοίων στα ανοιχτά της Κάσου που συμμετείχαν σε στρατιωτική άσκηση ως προειδοποίηση.