Το Μέγαρο Μαξίμου επενδύει στρατηγικά στην θετική εικόνα της κυβέρνησης μέσα από την τρέχουσα συζήτηση του προϋπολογισμού, ενισχύοντας ένα σχέδιο που αποσκοπεί κυρίως στη στήριξη της μεσαίας τάξης και των ευάλωτων νοικοκυριών.
Η συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου σήμερα είναι η τελευταία για το έτος και περιλαμβάνει μια πλούσια ατζέντα που στοχεύει σε σημαντικές πρωτοβουλίες και μεταρρυθμίσεις σε διαφόρους τομείς. Ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, θα παρουσιάσει την ατζέντα η οποία έχει δημιουργηθεί κατ’ εντολή του Πρωθυπουργού. Στην έναρξη της συνεδρίασης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα εξηγήσει τον «οδικό χάρτη» με προοπτική τριών ετών, περιγράφοντας ένα σαφές χρονοδιάγραμμα που καλύπτει την περίοδο έως το 2027. Σημαντικό στοιχείο είναι η ταχύτητα στις διαδικασίες, ειδικότερα για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο θα ολοκληρωθεί το καλοκαίρι του 2026. Κάθε υπουργείο θα αναλάβει συγκεκριμένο αριθμό έργων, πολλά από τα οποία θα είναι μεταρρυθμιστικά και επενδυτικά.
Ο Πρωθυπουργός έχει ήδη ενημερώσει τα κυβερνητικά μέλη ότι οι ενέργειες θα πρέπει να είναι άμεσες και να ανταποκρίνονται στα καθημερινά προβλήματα των πολιτών. Ένα πρώτο δείγμα αυτής της προσέγγισης φάνηκε στην ομιλία του πριν την ψηφοφορία του προϋπολογισμού, όπου σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, επανέφερε τη σύνδεση με ευρύτερα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας που προτιμούν σταθερές και προοδευτικές επιλογές στην εκλογική τους συμπεριφορά. Ο κ. Μητσοτάκης, δηλώνοντας την πρόθεσή του να διεκδικήσει τρίτη θητεία ως επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, επαναφέρει το «στοίχημα» για ένα «αυτοδύναμο» αποτέλεσμα στις εκλογές του 2027. Η αφήγηση που προβάλλει επικεντρώνεται στα σταθερά βήματα ενός αυτοδύναμου μοντέλου διακυβέρνησης, το οποίο, όπως τονίζουν κυβερνητικά στελέχη, είναι το μοναδικό που μπορεί να διασφαλίσει πολιτική σταθερότητα και ανάπτυξη.
Ο ίδιος, όπως έχει δείξει και πρόσφατα, βάζει ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας στην Ευρώπη και στη διεθνή σκηνή. Συχνά προτείνει πρωτοβουλίες σε κρίσιμες στιγμές, οι οποίες υιοθετούνται από άλλους Ευρωπαίους ηγέτες. Είναι χαρακτηριστική η υποστήριξη της Ελλάδας για την ενίσχυση της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας, που κερδίζει όλο και μεγαλύτερη αποδοχή εντός της Ε.Ε. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε πάλι το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τη στιγμή που η κατάσταση στη Συρία, οι νέες ισορροπίες στη Μέση Ανατολή και οι εξελίξεις στην Ουκρανία ανησυχούν τους 27 ηγέτες της Ευρώπης, οι οποίοι προσπαθούν να βρουν κοινούς τρόπους λύσεων. Η πρόταση του Έλληνα Πρωθυπουργού έγινε αποδεκτή και έτσι, το νέο έτος, στις 3 Φεβρουαρίου, θα πραγματοποιηθεί έκτακτη Σύνοδος Κορυφής μόνο για την ευρωπαϊκή άμυνα.
Αναμφίβολα, η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην Άγκυρα, καθώς φημολογείται ότι ο Ταγίπ Ερντογάν ενδέχεται να προσπαθήσει να ορίσει ΑΟΖ ανάμεσα Τουρκίας και Συρίας, ακολουθώντας το παράδειγμα του αμφιλεγόμενου τουρκολιβυκού μνημονίου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέστειλε σαφές μήνυμα ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου δεν είναι διαπραγματεύσιμα, δηλώνοντας από τις Βρυξέλλες: «Ικανοποιήσαμε τους ομολόγους μας για τις συζητήσεις που δημοσιεύθηκαν σχετικά με την πιθανότητα καθορισμού Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ Τουρκίας και Συρίας, που παραβλέπει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου.».
Στην εσωτερική πολιτική σκηνή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προγραμματίζει να εκδηλώσει τις προθέσεις του για την Προεδρική Εκλογή εντός του πρώτου μήνα του νέου έτους. Στόχος του είναι η πρότασή του να γίνει αποδεκτή από το ευρύ κοινό και το πρόσωπο που θα προτείνει να εκλεγεί, εάν είναι δυνατό, από την πρώτη ψηφοφορία. Είναι αξιοσημείωτο ότι, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2019, για την εκλογή Προέδρου απαιτείται πλειοψηφία δύο τρίτων από το σύνολο των βουλευτών, δηλαδή 200 ψήφοι. Αν δεν επιτευχθεί εκλογή, η διαδικασία επαναλαμβάνεται σε πέντε ημέρες με την ίδια απαίτηση. Σε περίπτωση αποτυχίας, η τρίτη ψηφοφορία (μετά από πέντε ημέρες) απαιτεί πλειοψηφία τριών πέμπτων (180 βουλευτές). Εάν τα αποτελέσματα και πάλι είναι άκαρπα, ακολουθεί νέα διαδικασία, όπου η εκλογή του Προέδρου απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία, δηλαδή 151 βουλευτές.