Κατηγορώντας τον κ. Μητσοτάκη για ενδοτισμό, μήπως ξεχνάμε την τρέχουσα διεθνή κατάσταση; Οφείλουμε να σκεφτούμε τις πιθανές συνέπειες της πολιτικής μας όταν η Τουρκία μοιάζει να αντιμετωπίζει προβλήματα με τον δυτικό κόσμο, κυρίως λόγω της στάσης της στο Ουκρανικό και το Παλαιστινιακό ζήτημα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, η κυβέρνησή του έχει αποδείξει την ικανότητά της να προασπίζει τα ελληνικά συμφέροντα. Το τελευταίο που θα επιδιώξει ο κ. Μητσοτάκης είναι να φέρει μια «αδιάλλακτη» φόρμα στην προσέγγισή του, βοηθώντας έτσι τον κ. Ερντογάν να ξεφύγει από τις δικές του παγίδες.
Η Τουρκία διαθέτει τη δική της στρατηγική, και εμείς τη δική μας. Οι επικριτές του κ. Μητσοτάκη καλό θα ήταν να ρίξουν μια ματιά στην ιστορία και να συγκρίνουν την πολιτική του Κωνσταντίνου Καραμανλή όσον αφορά τον διάλογο με την Τουρκία με εκείνη του σημερινού Πρωθυπουργού. Αφού μελετήσουν τις ομοιότητες και τις διαφορές, ας μας ενημερώσουν για τις θέσεις τους.
Είναι κρίσιμη η ερώτηση: Θέλουμε να κλείσουμε τους λογαριασμούς μας με την Τουρκία, ή όχι; Αν επιθυμούμε μια τέτοια συμφωνία, πρέπει να προχωρήσουμε σε διάλογο. Αν αποφασίσουμε να το αναβάλουμε, η Ιστορία θα μας θυμίσει ότι κάθε φορά που αποτύχαμε να εκμεταλλευτούμε ευκαιρίες λόγω εσωτερικών πολιτικών, το πληρώσαμε ακριβά. Απέναντι σε αυτό, η κατηγορία κατά του κ. Μητσοτάκη για οπισθοχώρηση στον Έβρο δεν έχει νόημα αν δεν ξεκαθαρίσουν αν είναι υπέρ του διαλόγου ή όχι.
Πιθανότατα θα πουν ότι είναι υπέρ του διαλόγου, αρκεί να τηρούνται οι δικές μας προϋποθέσεις. Ωστόσο, γνωρίζουν πως αυτό δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο. Είναι φυσικό για την Τουρκία να διεκδικεί πολλά, προσβλέποντας σε οφέλη. Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει: Προτιμούμε να έχουμε συζητήσεις σε ένα τραπέζι ή να επιλύουμε τις διαφορές μας στο πεδίο; Κάθε άλλη συζήτηση είναι απλώς φιλολογία.
Αυτή τη στιγμή, η Τουρκία παρουσιάζει αιτήματα, ενώ εμείς επιμένουμε να μιλάμε μόνο για θέματα που έχουμε επιλέξει να θεωρούμε σημαντικά, επιδιώκοντας να κερδίσουμε και να προσφέρουμε. Σήμερα! Αύριο, οι συνθήκες μπορεί να αλλάξουν. Οι άνθρωποι που έχουν περάσει από την πολιτική καταλαβαίνουν πολύ καλά αυτό το δεδομένο. Διότι δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέλαβε μια καλύτερη κατάσταση από ό,τι έχει σήμερα η χώρα. Τι ακριβώς επιχειρούν να μας πουν;
Φαίνεται ότι έχουν στόχο να υπονομεύσουν την οπτική μιας λύσης. Είτε γιατί θέλουν να πλήξουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη αποτρέποντάς τον να καταγράψει μια σημαντική επιτυχία, είτε γιατί υπηρετούν άλλες σκοπιμότητες. Σε πολλές περιπτώσεις, έχουν παρασυρθεί από θεωρίες συνωμοσίας, αγνοώντας δύο βασικές πραγματικότητες: Πρώτον, η Ρωσία δεν επιθυμεί να λυθεί αυτό το ζήτημα στη Νοτιανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Επιπλέον, ο κ. Ερντογάν έχει να αντιμετωπίσει μεγαλύτερες προκλήσεις από τον κ. Μητσοτάκη. Στην πραγματικότητα, ο κ. Ερντογάν είναι ο τελευταίος που θα ήθελε να επιλυθούν τα ελληνοτουρκικά προβλήματα. Ταυτόχρονα, πρέπει να πείσει τους δυτικούς συμμάχους του ότι δεν ευθύνεται για την κατάσταση. Γι’ αυτόν το λόγο, συνεχώς θα θέτει νέες “αιτήσεις”. Ίσως προσεχώς να μας υποστηρίξει ότι το Σούνιο ανήκει στην τουρκική κληρονομιά. Από τους ισλαμιστές περιμένουμε τα πάντα. Αλλά γιατί θα έπρεπε να του παρέχουμε μια σωστική σανίδα;