Ο Μάριος Σαλμάς απομακρύνθηκε από τη Νέα Δημοκρατία λόγω της αναπαραγωγής ενός συνόλου κατηγοριών στα ΜΜΕ, οι οποίες ξεκίνησαν μέσα από την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Σε δηλώσεις του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης δήλωσε σήμερα το πρωί στο Mega ότι ο πρώην βουλευτής παρέλειψε να υποβάλει τις κατηγορίες του στον αρμόδιο φορέα, που είναι η Δικαιοσύνη, προτιμώντας τη δημοσιοποίηση τους.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι «ο κόσμος δεν έχει την διάθεση να ακούει πολλές κατηγορίες» και τόνισε τη διαφορά ανάμεσα στη διαχείριση της συγκεκριμένης περίπτωσης και άλλων βουλευτών που κάνουν κριτική. Ξεκαθάρισε εξάλλου ότι κάθε δημόσιος λειτουργός έχει το δικαίωμα να εκφράζει τις ανησυχίες του και να καταγγέλλει οποιαδήποτε παρατυπία.
Η περαιτέρω ανάλυση του κ. Μαρινάκη συμπεριλάμβανε την διαδικασία που ακολούθησε ο κ. Σαλμάς μετά τις καταγγελίες του. «Ανέφερε ερώτηση στην αρμόδια υπουργό κ. Μενδώνη. Η απάντηση δόθηκε με αναλυτικά στοιχεία δύο ημέρες αργότερα». Μετά από αυτό, ο Σαλμάς ζήτησε έγγραφα σχετικά με την υπόθεση ενός διαγωνισμού, τα οποία και έλαβε. Σημείωσε επίσης ότι η διαδικασία του διαγωνισμού για τα κυλικεία ήταν αυστηρή και οι σχετικές προσφυγές είχαν απορριφθεί.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ότι η διαγραφή του Σαλμά σχετίζεται με τη συμπεριφορά του και όχι με τις καταγγελίες γενικότερα, προσθέτοντας ότι στη ΝΔ δεν ενθαρρύνουμε την υποβολή κατηγοριών σε «τηλεδικαστήρια». «Αυτή η συμπεριφορά δεν ανταγωνίζεται τις αξίες μας», σχολίασε.
Αναφερόμενος στη συνάντηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ερντογάν, ο κ. Μαρινάκης τόνισε ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί την αναγνώριση ενός ψευδοκράτους, υπογραμμίζοντας ότι αυτό είναι μια από τις «κόκκινες γραμμές» που και οι προηγούμενες κυβερνήσεις διατηρούσαν ως σταθερές. Το Κυπριακό παραμένει ένα κεντρικό θέμα της εξωτερικής πολιτικής μας και υπάρχει μια δόση αισιοδοξίας για την πορεία των διαπραγματεύσεων, ωστόσο πρέπει να είμαστε προσεκτικοί.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στο μεταναστευτικό ζήτημα, τονίζοντας ότι η χώρα μας έχει πετύχει μειώσεις στον αριθμό των μεταναστών, έχοντας από 93.000 έως 21.000 κατοίκους στα κέντρα υποδοχής. «Από τις 130 δομές, έχουμε καταλήξει σε 33 μέσα σε πέντε χρόνια», ολοκλήρωσε.