Ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής εξέφρασε έμμεση αλλά ξεκάθαρη αντίθεση στη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από την Κ.Ο. της ΝΔ κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου «Γιαβόλ» του δημοσιογράφου Γιώργου Χαρβαλιά στην Πάτρα. Στο παρελθόν είχε τονίσει ότι η διαφορετικότητα στη γνώμη δεν πρέπει να τίθεται υπό πίεση. Συνέχισε επίσης να αναφερθεί στην πρόταση του Σαμαρά για την Προεδρία της Δημοκρατίας, υπογραμμίζοντας ότι τον τιμά αυτού του είδους η σκέψη, ιδιαίτερα από έναν πρώην πρωθυπουργό, αλλά το θέμα δεν είναι κάτι που τον αφορά προσωπικά.
«Η διαφορετική γνώμη και η σφοδρή κριτική δεν πρέπει να στιγματίζονται και να αντιμετωπίζονται με πειθαρχικές ενέργειες», ήταν το καίριο μήνυμα του Κώστα Καραμανλή από την Πάτρα, σχετικά με την απόφαση διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά από τη Νέα Δημοκρατία, μετά τη συνέντευξή του στο “Βήμα της Κυριακής”.
Ο πρώην πρωθυπουργός επεσήμανε ότι η Προεδρία της Δημοκρατίας δεν τον απασχολεί ούτε τον αφορά, όμως ευχαρίστησε τον Αντώνη Σαμαρά. Δήλωσε συγκεκριμένα: «Θεωρώ τιμητική τη σκέψη για την Προεδρία, ειδικά όταν προέρχεται από έναν πρώην Πρωθυπουργό, αλλά επισημαίνω ότι το θέμα για μένα δεν έχει σημασία ούτε με αφορά».
Πρόσθεσε ότι οι ανησυχίες σχετικά με εθνικά ζητήματα είναι απόλυτα διακριτές και δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται ως απομάκρυνση από την κυβερνητική πολιτική. Σε διαφορετική αναφορά, τόνισε την ανάγκη για αποτελεσματική αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας και αναθεωρητισμού, υπογραμμίζοντας: «Πρέπει να έχουμε σαφείς θέσεις για την μοναδική μας διαφορά με την Τουρκία, που αφορά την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Όσα θέματα προσπαθεί αυθαίρετα η Τουρκία να θέσει στην ημερήσια διάταξη είναι ανυπόστατα».
Επιπλέον, ο κ. Καραμανλής δεν παρέλειψε να επικρίνει δριμύτητα την Ευρωπαϊκή Ένωση για την μεταναστευτική πολιτική, δηλώνοντας ότι «άργησε υπερβολικά να δώσει τη δέουσα προσοχή στην προστασία των κοινών Ευρωπαϊκών συνόρων, που παραμένει σε μεγάλο βαθμό προσχηματική. Δεν διαμορφώθηκαν τα σωστά μηνύματα αναφορικά με την αυστηρότητα των κανόνων εισόδου σε Ευρωπαϊκό έδαφος».
Τέλος, στοχεύει και στη Γερμανία, κρίνοντας ότι «έχει χρησιμοποιήσει την οικονομία ως εργαλείο μεγάλου αντίκτυπου στα Ευρωπαϊκά ζητήματα, συχνά επιδιώκοντας ηγεμονία μέσω των οικονομικών της όρων».