Η εκλογή του Κωνσταντίνου Τασούλα ως Προεδρικού υποψηφίου σηματοδοτεί ένα κρίσιμο βήμα στη στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη να επανασυνδεθεί με το εκλογικό του κοινό. Αυτή η κίνηση αποδεικνύει ότι ο πρωθυπουργός θέλει να επαναφέρει το κόμμα του στο προσκήνιο των παραδοσιακών αξιών και να ανταγωνιστεί τις προκλήσεις που προέρχονται κυρίως από τα αριστερά κόμματα.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει υποστεί κριτική, εσωτερική και εξωτερική, για τις αλλαγές που έχει επιφέρει στην ατζέντα του κόμματος, όπως είναι η ενίσχυση της ισότητας στα γάμους ομόφυλων ζευγαριών και η βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία. Αντίθετα, τώρα βρίσκεται υπό συντονισμένη εκστρατεία από τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι επισημαίνουν την πρόσβαση του σε ακροδεξιές δυνάμεις, παρά τις διαβεβαιώσεις του ότι αυτές οι ψήφοι δεν είναι επιθυμητές.
Η επιλογή του Τασούλα, σε συνδυασμό με την υποψηφιότητα του Νικήτα Κακλαμάνη για την προεδρία της Βουλής, καθιστά σαφή την πολιτική στροφή του Μητσοτάκη προς τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας. Αυτή η στρατηγική είναι σχεδιασμένη να «μαλακώσει» τις εσωτερικές αντιφάσεις της κοινοβουλευτικής ομάδας του, καθώς έρχεται λίγους μήνες μετά τις δραστικές αποφάσεις της για την απομάκρυνση του Σαμαρά.
Παρά την απογοήτευση που εκφράζεται από τον κόσμο, παρόλο που τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών υποδεικνύουν κυβερνητική κόπωση ή αποτυχία να ανταποκριθούν σε κρίσιμα ζητήματα όπως η ακρίβεια, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κυβέρνηση έχει ακόμα τη δυνατότητα να ανακτήσει έδαφος.
Το Μέγαρο Μαξίμου τοποθετεί την επόμενη εκλογική αναμέτρηση για την άνοιξη του 2027. Αυτή η εκλογική περιθώριο προσφέρει μια δυνατότητα αναστροφής της πολιτικής δυναμικής. Ο Μητσοτάκης φαίνεται να επιδιώκει μια ισορροπία ανάμεσα στους παραδοσιακούς και τους πιο κεντροδεξιούς ψηφοφόρους του. Το μεγάλο στοίχημα είναι οι «εφαρμοσμένες» πολιτικές, καθώς η επόμενη εκλογική μάχη θα κριθεί σε αυτό το πεδίο.
Οι πολιτικές αποφάσεις θα προσδιορίσουν το σχετικό περιεχόμενο και τα διλήμματα για την επόμενη ημέρα, με μια προσοχή στην μεσαία τάξη και στα ζητήματα που την απασχολούν. Η κυβέρνηση αναμένεται να θέσει σε προτεραιότητα πολιτικές που θα ενισχύσουν τα κεντρικά και μεσαία στρώματα της κοινωνίας.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, με την ξεκάθαρη άρνηση του να συμμετάσχει σε κυβέρνηση συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία, ανοίγει το δρόμο στην κυβέρνηση να καθορίσει τους πολιτικούς πόλους που θα συγκρουστούν σε δύο χρόνια. Από τη μία, η κυβέρνηση θα παρουσιάσει τα κατορθώματά της, ενώ από την άλλη πλευρά, κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ και άλλοι αριστεροί σχηματισμοί θα προσπαθήσουν να αποκτήσουν ψήφο.
Το θέμα της προεδρίας της Δημοκρατίας ενδέχεται να είναι το πρώτο «παιχνίδι» για το ΠΑΣΟΚ. Όμως, ο κ. Ανδρουλάκης, παρατηρώντας τις κινήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και τις υποψηφιότητες όπως εκείνη της Λούκας Κατσέλη, θα πρέπει να σκεφτεί στρατηγικά για τον πολιτικό του σχεδιασμό.
Οι προσεχείς ψηφοφορίες στη Βουλή για την εκλογή του νέου Προέδρου θα προσφέρουν ενδιαφέρον από την άποψη του ποιοι θα ακολουθήσουν στη συνέχεια αν και οι υποψήφιοι από το ΠΑΣΟΚ υποστηρίζουν ότι ούτε η θέση τους ούτε το αποτέλεσμα τους απασχολεί.
Αυτή η διαδικασία επαναφέρει τη μάχη μεταξύ Χαριλάου Τρικούπη και Κουμουνδούρου στην επιφάνεια, με τις τρέχουσες πολιτικές τους να μην επιτρέπουν την δημιουργία ενός κοινού μετώπου κατά της κυβέρνησης. ► Οι εξελίξεις γύρω από την προεδρική εκλογή θα συνεχίσουν να αποκαλύπτουν την αδυναμία να ξεφύγουμε από τις παραδοσιακές αριστερά-δεξιά αντιπαραθέσεις.