Παρά τη διαρκή προσπάθεια διατήρησης ανοιχτών των διαύλων επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η προοπτική μιας συναινετικής κατάθεσης των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τη delimitations των θαλάσσιων ζωνών φαντάζει ολοένα και πιο απομακρυσμένη. Οι θεμελιώδεις θέσεις των δύο χωρών διατηρούνται σταθερά αντικρουόμενες, γεγονός που όχι μόνο εμποδίζει την πρόοδο στις συνομιλίες, αλλά οδηγεί και σε μια κλιμάκωση των εντάσεων.

Όπως αναφέρουν πηγές από το Υπουργείο Εξωτερικών και το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, αυτά τα συνεχιζόμενα περιστατικά, σε συνδυασμό με τις εδραιωμένες διπλωματικές και στρατιωτικές διαφωνίες, υπονομεύουν τη δημιουργία μιας κοινής βάσης για την επίλυση των διαφωνιών μέσω της διεθνούς διαιτησίας. H Ελλάδα επιμένει ότι η μόνη διαφορά που αναγνωρίζει προς επίλυση είναι ο καθορισμός της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), ενώ η Τουρκία επιδιώκει να επεκτείνει την ατζέντα των συνομιλιών σε μια σειρά από επιπλέον ζητήματα, περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο τη διαδικασία.

Το περιστατικό με τουρκικό πολεμικό πλοίο κατά τη διάρκεια των εργασιών διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου

Ένα πρόσφατο περιστατικό που υπογραμμίζει την αδιάκοπη αμφισβήτηση των ελληνικών θέσεων από την Τουρκία συνέβη κατά τη διάρκεια των εργασιών του ιταλικού ερευνητικού πλοίου “Ievoli Relum”. Το πλοίο εκτελούσε βυθομετρικές έρευνες, απαραίτητες για την πόντιση του υποθαλάσσιου ηλεκτρικού καλωδίου που θα συνδέσει την Κρήτη με την Κύπρο, ένα έργο μείζονος γεωστρατηγικής σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου. Θυμίζουμε ότι η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου ενισχύει την συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου σε θέματα ενεργειακά και γεωπολιτικά.

Τουρκικό πολεμικό πλοίο προσέγγισε την περιοχή επιχειρήσεων, φτάνοντας σε απόσταση 10-12 ναυτικών μιλίων από το ιταλικό σκάφος. Ο κυβερνήτης της τουρκικής κορβέτας προχώρησε σε επικοινωνία μέσω ασυρμάτου με το πλήρωμα του ιταλικού πλοίου, απαιτώντας την άμεση διακοπή των εργασιών, με το αιτιολογικό ότι αυτές εκτελούνταν σε περιοχή “μη καθορισμένης δικαιοδοσίας”.

Η αντίδραση της Ελλάδας στην πιθανότητα πώλησης πυραύλων Meteor στην Τουρκία

Ένα επιπλέον σημείο τριβής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελεί η πιθανότητα προμήθειας πυραύλων Meteor από την Τουρκία. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για τους προηγμένους πυραύλους αέρος-αέρος που φέρουν τα σύγχρονα μαχητικά Rafale της Πολεμικής Αεροπορίας. Η ελληνική κυβέρνηση εξέφρασε αμέσως τη δυσαρέσκειά της, και ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας κάλεσε την πρέσβη της Γαλλίας στην Αθήνα για να της επιδώσει διάβημα διαμαρτυρίας.

Ωστόσο, η ενδεχόμενη πώληση των πυραύλων δεν αφορά αποκλειστικά τη Γαλλία, δεδομένου ότι η κοινοπραξία MBDA, που είναι υπεύθυνη για την κατασκευή τους, αποτελείται από έξι ευρωπαϊκές χώρες: Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Σουηδία. Ως εκ τούτου, η προσπάθεια της Ελλάδας να αποτρέψει τη συμφωνία αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια, καθώς η τελική απόφαση δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την κυβέρνηση του Εμανουέλ Μακρόν.

Παρά τις συνεχιζόμενες διαφωνίες και προκλήσεις, ο ελληνοτουρκικός διάλογος παραμένει ενεργός. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη συνάντηση του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Τούρκο ομόλογό του στην Ντόχα του Κατάρ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η Τουρκία επιδιώκει να διατηρήσει την εικόνα μιας χώρας που εργάζεται για τη σταθερότητα στην περιοχή και για αυτόν τον λόγο επιθυμεί να αποφύγει την εντύπωση ότι η προσέγγιση με την Ελλάδα έχει διακοπεί. Εντούτοις, δεν υπάρχει ιδιαίτερη αισιοδοξία για τη μελλοντική πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, καθώς η Άγκυρα δεν δείχνει πρόθυμη να κάνει σημαντικές υποχωρήσεις στις βασικές διεκδικήσεις της.

Ακόμη και αν υπήρχε μια κάποια σύγκλιση απόψεων, το πολιτικό κόστος μιας συμφωνίας που θα οδηγούσε τις διαφορές στη Χάγη είναι σημαντικό και για τις δύο πλευρές. Στην Ελλάδα, οποιαδήποτε υποχώρηση σε κρίσιμα εθνικά ζητήματα θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις, ενώ η Τουρκία γνωρίζει ότι μια επίσημη διευθέτηση του ζητήματος της ΑΟΖ θα οδηγούσε σε σημαντικές απώλειες σε σχέση με τις τρέχουσες διεκδικήσεις της. Η διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων παραμένει μια διαρκής πρόκληση, απαιτώντας λεπτούς χειρισμούς και προσήλωση στον διάλογο παρά τις αντιξοότητες.