Η νέα θητεία του Τραμπ ξεκινά σε μια κρίσιμη γεωπολιτική περίοδο για τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η Αθήνα και η Άγκυρα, καθεμία για τους δικούς της λόγους, επιλέγουν να «αφήσουν τη σκόνη να καθίσει» και προχωρούν με προσεκτικά βήματα στο διάλογο τους, περιμένοντας να διαπιστώσουν τις πρώτες κινήσεις της νέας αμερικανικής διοίκησης.
Τα διπλωματικά επιτελεία και των δύο χωρών αναγνωρίζουν ότι η στάση της Ουάσινγκτον στη γεωπολιτική σκηνή δεν επηρεάζεται δραστικά από την εκλογή νέου προεδρικού εκπροσώπου. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες φορές οι αλλαγές προσώπων μπορούν να φέρουν κέρματα και διαφοροποιήσεις στην εξωτερική πολιτική. Όσον αφορά τον Ντόναλντ Τραμπ, είναι ένας ηγέτης που έχει αποδείξει ότι δεν διστάζει να τηρήσει ανατρεπτικές στάσεις. Η Αθήνα προσπαθεί να διατηρήσει τον ελληνοτουρκικό διάλογο σε σταθερές κατευθύνσεις, στέλνοντας ταυτόχρονα το μήνυμα ότι δεν θα υποχωρήσει στα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Καθυστέρηση στο διάλογο Αθήνας – Άγκυρας
«Ο διάλογος δεν έχει παγώσει», δήλωσε πρόσφατα ο Υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, υπογραμμίζοντας ότι όσο η Τουρκία επιμένει να συνδέει την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με άλλα ζητήματα, η σημαντική αυτή συζήτηση δεν μπορεί να προχωρήσει. Αξιοσημείωτο είναι ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας (ΑΣΣ) αντιμετωπίζει συνεχείς καθυστερήσεις, κάτι που επηρεάζει και τη μελλοντική συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η συνάντηση, που αρχικά είχε προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο του 2024, ήδη έχει μεταφερθεί σε επόμενους μήνες, με την πιθανότητα να πραγματοποιηθεί τελικά τον Μάρτιο.
Μέχρι στιγμής, όλα δείχνουν ότι η πενταμερής διάσκεψη για το Κυπριακό αναμένεται να γίνει πρώτη – πιθανώς μέσα στον Μάρτιο – πριν από το ΑΣΣ. Η λύση του Κυπριακού παραμένει υψίστης σημασίας για την Αθήνα, όπως καταδεικνύει η προτεραιότητα που έχει θέσει στην ελληνική διπλωματική ατζέντα στον ΟΗΕ. Ωστόσο, η αυξανόμενη προκλητικότητα της Άγκυρας, που συνεχίζεται χωρίς σταματημό, επιδεινώνει τη ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα και υπονομεύει τις προόδους που είχαν γίνει μέχρι τώρα στην ελληνοτουρκική σχέση. Οι πρόσφατες δηλώσεις του Ερντογάν για «σύνορα της καρδιάς του», που φτάνουν μέχρι τη Θεσσαλονίκη και τη «Βόρεια Κύπρο», επιβεβαιώνουν ότι η Άγκυρα διατηρεί τις αναθεωρητικές της βλέψεις και την επιθυμία για ηγεμονία.
Η ελληνική κυβέρνηση απαντά στον μεγαλοϊδεατισμό του Τούρκου προέδρου μέσω του εκπροσώπου της, Παύλου Μαρινάκη. «Πρόκειται για ανέξοδους βερμπαλισμούς που απευθύνονται σε εσωτερικό κοινό και δεν συμβάλλουν στη διατήρηση ενός κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και διαλόγου», δήλωσε. Επισημαίνοντας την ασυμβατότητα αυτών των δηλώσεων με την πραγματικότητα, το Διεθνές Δίκαιο και την ιστορία, τόνισε ότι «δεν υπάρχει καμία αλλαγή στρατηγικής» και δεν θα υπάρξει υποχώρηση από την πλευρά της χώρας μας. Παράλληλα, οι τούρκικες προθέσεις περιλαμβάνουν και τη Συρία, με στόχο την απόκτηση ηγετικού ρόλου στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Τα γεγονότα μάλιστα δείχνουν την κίνηση του Ερντογάν για μια πιθανή συμφωνία με τη Δαμασκό σχετικά με τον καθορισμό ΑΟΖ, αμφισβητώντας έτσι τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου και προωθώντας την πολιτική της «Γαλάζιας Πατρίδας» εις βάρος της Ελλάδας.
Η ταχύτητα με την οποία η τουρκική πλευρά ανακοινώνει τις επεκτατικές της επιδιώξεις στην περιοχή του αποδεικνύει ότι δεν μπορεί να επιβάλει την πολιτική της πάνω στην Ελλάδα και την Κύπρο, όπως έγινε με το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Η Αθήνα και η Λευκωσία παρακολουθούν στενά τις κινήσεις της Άγκυρας και αξιολογούν ζητήματα που θα μπορούσαν να αναστείλουν οποιαδήποτε συμφωνία με τη Δαμασκό για την ΑΟΖ. Επίσης, διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με γειτονικές χώρες που μπορεί να επηρεαστούν από αυτή την κατάσταση. Αν η Τουρκία επιδιώξει να συνάψει οποιαδήποτε συμφωνία με τη Συρία τώρα, αυτή θα προέρχεται από μια κυβέρνηση που δεν διαθέτει καμία διεθνή ή εσωτερική νομιμότητα, υπογεγραμμένη από τον ηγέτη της HTS, Αμπού Μοχάμαντ αλ Τζολάνι, ο οποίος είναι στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων. Αυτά τα δεδομένα ενισχύουν την αμφιβολία για οποιαδήποτε πιθανή συμφωνία με τη Δαμασκό.