Το 2024 κατέχει πλέον τη θλιβερή διακριτική τιμή να είναι το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, ενώ ταυτόχρονα επιβεβαίωσε την κλιματική κρίση με εντυπωσιακά καταστροφικό τρόπο. Αυτά αναφέρει νέα έρευνα από τους αναγνωρισμένους οργανισμούς World Weather Attribution (WWA) και Climate Center.
Η αναφορά αυτή εστιάζει σεακραία καιρικά φαινόμενα που σημειώθηκαν το 2024, αναλύοντας τις επιπτώσεις και τα αίτια των σημαντικότερων κλιματικών γεγονότων που είδαμε και προτείνοντας στρατηγικές για το 2025.
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα του 2024 έφτασαν σε «νέα επίπεδα ρεκόρ», σύμφωνα με τους επιστήμονες. Οι πρωτοφανείς θερμοκρασίες προκάλεσαν σφοδρούς καύσωνες, ξηρασίες, δασικές πυρκαγιές, καταιγίδες και πλημμύρες που οδήγησαν σε χιλιάδες θανάτους και εκατομμύρια εκτοπισμένων, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πηγές όπως το in με την Αφροδίτη Τζιάντζη.
Η κλιματική αλλαγή επηρεάστηκε επαρκώς ώστε να προκαλέσει το θάνατο τουλάχιστον 3.700 ατόμων και τον εκτοπισμό εκατομμυρίων σε 26 σημαντικά ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως καταγράφεται από την WWA. Ο οργανισμός επισημαίνει πως αυτός ο αριθμός είναι μόνο ένα μικρό τμήμα των 219 μεγάλων ακραίων καιρικών γεγονότων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, με τον πραγματικό αριθμό θυμάτων να ενδέχεται να ξεπερνά τις εκατοντάδες χιλιάδες.
Η επιρροή των ορυκτών καυσίμων στην κλιματική κρίση
Μια μελέτη από το Climate Central αποκάλυψε ότι η κλιματική κρίση προσέθεσε έξι εβδομάδες επικίνδυνων θερμών ημερών για τον μέσο άνθρωπο το 2024, δηλαδή 41 ημέρες! Αυτό συνέτεινε στην επιδείνωση των επιπτώσεων των κυμάτων καύσωνα παγκοσμίως.
Η ανάλυση δείχνει ότι η καύση ορυκτών καυσίμων ενισχύει τους καύσωνες και παρατείνει την διάρκεια των θερμών ημερών. Οι πιο έντονες επιπτώσεις ήταν εμφανείς στα νησιωτικά κράτη της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, όπου οι κάτοικοι αντιμετώπισαν σχεδόν 150 περισσότερες ημέρες επικίνδυνης ζέστης σε σύγκριση με ένα σενάριο χωρίς ανθρωπογενή θέρμανση.
Ακόμη και σε περιοχές λιγότερο πληγείσες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ και η Αυστραλία, οι εκπομπές ρύπων από ορυκτά καύσιμα επέφεραν επιπλέον τρεις εβδομάδες αυξημένων θερμοκρασιών.
Οι ακραίοι καύσωνες αποδεικνύονται η πιο θανατηφόρα συνέπεια της κλιματικής αλλαγής. Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι είναι κρίσιμης σημασίας η διακοπή της καύσης άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου για να μην επιδεινωθεί η κατάσταση.
Επιπλέον, οι ερευνητές ζητούν τη συστηματική αναφορά των θανάτων λόγω καύσωνα, καθώς η τρέχουσα καταγραφή είναι «σοβαρά υποεκτιμημένη» λόγω έλλειψης παρακολούθησης. «Οι συνέπειες των ορυκτών καυσίμων είναι πιο δραματικές από ποτέ το 2024, προκαλώντας ανείπωτο πόνο», δήλωσε η Δρ Friederike Otto από το Imperial College του Λονδίνου, προσθέτοντας: «Καταστάσεις όπως οι πλημμύρες στην Ισπανία και οι τυφώνες στις ΗΠΑ καταδεικνύουν την επείγουσα ανάγκη για δράση».
41 «έξτρα ημέρες» επικίνδυνης ζέστης
Οι επιστήμονες υπολόγισαν τις τοπικές «επικίνδυνες ημέρες καύσωνα» με βάση το 10% των θερμότερων ημερών της περιόδου 1991-2020. Σε σύγκριση με ένα σενάριο χωρίς παγκόσμια θέρμανση, υπολογίστηκε ότι οι άνθρωποι υπήρξαν εκτεθειμένοι σε 41 επιπλέον ημέρες επικίνδυνης ζέστης το 2024.
Περίπου 5 δισεκατομμύρια άνθρωποι, σχεδόν τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού, βίωσαν θερμοκρασίες διπλάσιες εκείνων που αναμένονταν. Η Julie Arrighi, διευθύντρια προγραμμάτων στο Κέντρο για το Κλίμα του Ερυθρού Σταυρού, σημείωσε την ανάγκη για καλύτερη προετοιμασία ενόψει του 2025 και αναφέρθηκε στην σημασία της χρηματοδότησης των αναπτυσσόμενων κρατών για την ανάπτυξη ανθεκτικών λύσεων.
«Πρέπει να ενισχύσουμε τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, καθώς και τη συλλογή στοιχείων για τους θανάτους από καύσωνα, ώστε να κατανοήσουμε τη σοβαρότητα της κατάστασης και να ενημερώσουμε όλα τα κράτη», δήλωσε η Δρ Otto, επισημαίνοντας τη σπουδαιότητα της ακριβούς πληροφόρησης για την κλιματική κρίση.