Η ευρωπαϊκή φαρμακοβιομηχανία και η βιομηχανία καλλυντικών βρίσκονται στο επίκεντρο της κριτικής από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα και των υδάτων. Ωστόσο, υπάρχουν αμφιβολίες για την επάρκεια των αποδεικτικών στοιχείων που υποστηρίζουν αυτούς τους ισχυρισμούς.
Στο πλαίσιο της προώθησης της αρχής της μηδενικής ρύπανσης, που περιγράφεται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία με στόχο ένα φιλικό προς το περιβάλλον μέλλον μέχρι το 2050, η ΕΕ προγραμματίζει αυστηρότερες ρυθμίσεις για την ατμόσφαιρα, τις υδάτινες ρύπους και την επεξεργασία αστικών λυμάτων. Σημειώνεται ότι η Επιτροπή αποδίδει το 92% των τοξικών μολύβδων μικρορρύπανσης σε φαρμακευτικά και καλλυντικά προϊόντα.
Οι εκπρόσωποι της ευρωπαϊκής φαρμακοβιομηχανίας, μεταξύ των οποίων ο AESGP, οι Medicines for Europe και η EFPIA, υποστηρίζουν ότι τα νέα μέτρα θα μπορούσαν να απειλήσουν την πρόσβαση των ασθενών σε φάρμακα, χωρίς να προσφέρουν πραγματικές λύσεις για τη βιωσιμότητα.
Η EFPIA υποδεικνύει ότι η φαρμακευτική βιομηχανία έχει εφαρμόσει πρόγραμμα Eco-Pharmaco-Stewardship τα τελευταία 15 χρόνια, πετυχαίνοντας σημαντική πρόοδο στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των σκευασμάτων της. Η γενική διευθύντρια της EFPIA, Nathalie Moll, δηλώνει ότι η φαρμακοβιομηχανία είναι διατεθειμένη να αναλάβει το μερίδιο ευθύνης της. Όμως, επισημαίνει ότι η υποχρέωση καθαρισμού μικρορύπων να επιβληθεί μόνο στις φαρμακευτικές και καλλυντικές βιομηχανίες και όχι και σε άλλους τομείς, φαίνεται αυθαίρετη και έρχεται σε αντίθεση με τις ενδείξεις άλλων τομέων ως πηγές ρύπανσης.
Μια τέτοια προσέγγιση δεν θα ενθαρρύνει την ανάπτυξη οικολογικών προϊόντων και μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο διακοπής της προμήθειας ουσιαστικών φαρμάκων, ιδιαίτερα στον τομέα των μη τελευταίας τεχνολογίας σκευασμάτων.