Αναφορικά με το συνταξιοδοτικό σύστημα, παρατηρούμε ότι οι σχετικές δαπάνες για το 2022 αποκλίνουν κατά 2,12 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ από τον μέσο όρο των 27 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat.
Σύμφωνα με τις εκθέσεις των προϋπολογισμών για την περίοδο 2018-2025, το 2018 το 50% της δαπάνης για συντάξεις χρηματοδοτήθηκε από τον τακτικό προϋπολογισμό μέσω γενικής φορολογίας, ενώ το υπόλοιπο 50% προήρθε από εισφορές. Για το 2025, αναμένεται ότι το ποσοστό που θα χρηματοδοτηθεί από τον τακτικό προϋπολογισμό θα κάμψει στο 43%.
Ο πλούτος που συγκεντρώθηκε μέσω των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων στην Ισλανδία και τη Δανία την περίοδο 2012-2021 ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 11% του ΑΕΠ, ενώ για την Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι μηδενικό.
Τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα συντάξεων στην ΕΕ αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 29% του ΑΕΠ για την ίδια περιόδο, εμφανίζοντας διαφορά 55 ποσοστιαίων μονάδων από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, ο οποίος αγγίζει το 84%. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 2,4 ποσοστιαίες μονάδες, ή 350 δισ. ευρώ. Η απώλεια εισοδήματος λόγω έλλειψης κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην Ελλάδα εκτιμάται στα 770 ευρώ ετησίως ανά κάτοικο, με βάση τις τιμές του 2022.
Ο κανόνας χρέους του Μάαστριχτ θέτει εμπόδια στη μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων στην Ευρώπη, υπολογίζοντας το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και παραβλέποντας τα σιωπηρά χρέη που προκύπτουν από τις συνταξιοδοτικές υποσχέσεις. Αυτή η κατάσταση καθιστά τη χρηματοδότηση της μετάβασης προς κεφαλαιοποιητικά συστήματα προβληματική, χωρίς να πληρούνται τα κριτήρια.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΚΕΦΙΜ Νίκος Ρώμπαπας ανέφερε χαρακτηριστικά: “Η ενίσχυση του κεφαλαιοποιητικού συστήματος είναι πλέον επιτακτική, προκειμένου να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού μας συστήματος και να αποκαταστήσουμε τη δικαιοσύνη μεταξύ των γενεών. Παρά τα σταθερά βήματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, υπάρχει ακόμη δρόμος για να διανύσουμε. Είναι καθοριστικό οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες να διευκολύνουν και όχι να εμποδίζουν αυτή τη σημαντική μεταρρύθμιση για την Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.”