Τα ομόλογα συνέχισαν την ήπια πτωτική τους πορεία μετά την ανακοίνωση των στοιχείων της Πέμπτης. Η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου αυξήθηκε κατά δύο μονάδες βάσης, φτάνοντας το 2,41%, το υψηλότερο επίπεδο από τον περασμένο Ιούλιο, γεγονός που επέτεινε την τριήμερη πορεία απωλειών. Στα πλαίσια αυτά, οι traders αναμένουν πλέον μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο.
Η διαμάχη μεταξύ των αξιωματούχων της κεντρικής τράπεζας σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής έχει ενταθεί τελευταία. Πολλοί υποστήριξαν την περασμένη εβδομάδα ότι θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο μείωσης κατά 50 μονάδες βάσης στις 12 Δεκεμβρίου, καθώς τις τελευταίες έρευνες για τις επιχειρήσεις δείχνουν επιδείνωση της δυναμικής στον ιδιωτικό τομέα.
Ωστόσο, μερίδα των αξιωματούχων φαίνεται να υποστηρίζει διαφορετική προσέγγιση. Την Τετάρτη, η μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Ίζαμπελ Σνάμπελ τόνισε την αναγκαιότητα μιας «σταδιακής» προσέγγισης στη νομισματική χαλάρωση, ενώ ο πρόεδρος της Bundesbank Γιόακιμ Νάγκελ υπενθύμισε ότι δεν πρέπει να γίνονται βιαστικές κινήσεις.
«Ο στόχος (σ.σ. του 2%) είναι ορατός, αλλά δεν μπορώ να πω ότι ο πληθωρισμός είναι υπό έλεγχο», δήλωσε στη Le Monde η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, σε πρόσφατη συνέντευξή της. «Γνωρίζουμε επίσης ότι ο πληθωρισμός θα αυξηθεί τους επόμενους μήνες λόγω νέων δεδομένων που προκύπτουν».
Φυσικά, υπάρχουν και άλλοι κίνδυνοι. Οι γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία θα μπορούσαν να προκαλέσουν αύξηση στο κόστος ενέργειας και εμπορευμάτων. Επιπλέον, η πιθανή επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, με τυχόν δασμούς, ενδέχεται να επηρεάσει την κατάσταση. Παράλληλα, στην Ευρώπη οι αυξήσεις στους μισθούς τροφοδοτούν τον πληθωρισμό στον τομέα των υπηρεσιών, που παρέμεινε αμετάβλητος στο 3,9% τον Οκτώβριο.
Από την πλευρά του, ο Ιταλός τραπεζίτης Φάμπιο Πανέτα προειδοποίησε για τον κίνδυνο οι τιμές να μην φτάσουν τον στόχο του 2%. «Οι νομισματικές συνθήκες παραμένουν αυστηρές και θα χρειαστούν περαιτέρω μειώσεις στα επιτόκια», δήλωσε και πρόσθεσε: «Καθώς ο πληθωρισμός επιβραδύνεται, πρέπει να εστιάσουμε στην υποτονικότητα της πραγματικής οικονομίας. Χωρίς μια βιώσιμη ανάκαμψη, ο πληθωρισμός κινδυνεύει να υποχωρήσει κάτω από τον στόχο».
Αν και το κόστος ενέργειας έχει λειτουργήσει ως ανασταλτικός παράγοντας το τελευταίο διάστημα, οι αξιωματούχοι παραμένουν αισιόδοξοι πως η επίτευξη του στόχου του 2% μπορεί να γίνει εφικτή το επόμενο έτος, εν μέρει λόγω της ανθεκτικότητας της αγοράς εργασίας στην ευρωζώνη, όπου τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι το ποσοστό ανεργίας έχει υποχωρήσει στο χαμηλό ρεκόρ του 6,3% τον Οκτώβριο.