Ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, προχώρησε χθες, Κυριακή 9 Φεβρουαρίου, σε μια κίνηση που αναμένεται να κλιμακώσει περαιτέρω τις εμπορικές εντάσεις παγκοσμίως. Ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επιβάλει, από σήμερα Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου, πρόσθετους δασμούς ύψους 25% στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ.

“Θα ανακοινώσω δασμούς στον χάλυβα τη Δευτέρα. Όλος ο χάλυβας που εισάγεται στις Ηνωμένες Πολιτείες θα υπόκειται σε δασμό 25%”, δήλωσε χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος Τραμπ, μιλώντας από το προεδρικό αεροσκάφος κατά τη διάρκεια της μετάβασής του στη Νέα Ορλεάνη για τον τελικό του Super Bowl. Σε μια παράλληλη κίνηση, διευκρίνισε ότι ανάλογοι δασμοί της τάξης του 25% θα επιβληθούν και στις εισαγωγές αλουμινίου, στοχεύοντας στην προστασία της εγχώριας παραγωγής αλουμινίου.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας (2017-2021), ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υιοθετήσει παρόμοιες πολιτικές, επικαλούμενος την ανάγκη προστασίας της αμερικανικής βιομηχανίας από τον αθέμιτο ανταγωνισμό, όπως τον χαρακτήριζε, από χώρες της Ασίας και της Ευρώπης. Η τότε πολιτική του είχε προκαλέσει αντιδράσεις και αντεκδικήσεις από πολλούς εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, οδηγώντας σε έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, κυρώσεις εναντίον εμπορικών κρατών.

“Θα Ανακοινώσω Ανταποδοτικούς Δασμούς” Δήλωσε ο Τραμπ

Ο Ντόναλντ Τραμπ προανήγγειλε επίσης ότι θα ανακοινώσει «αύριο Τρίτη ή μεθαύριο Τετάρτη» την επιβολή νέων, “ανταποδοτικών δασμών”, με στόχο την εξισορρόπηση της φορολογικής μεταχείρισης των προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ σε σχέση με τον τρόπο φορολόγησης των αμερικανικών προϊόντων στο εξωτερικό. Η κίνηση αυτή φαίνεται να σηματοδοτεί μια προσπάθεια για δικαιότερες εμπορικές σχέσεις, σύμφωνα με την άποψη της αμερικανικής κυβέρνησης.

«Εάν μας φορολογούν με 130%, και εμείς δεν ανταποδίδουμε, αυτό δεν θα συνεχιστεί», τόνισε ο Τραμπ, υποδεικνύοντας ότι οι ΗΠΑ θα λάβουν μέτρα για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους στο διεθνές εμπόριο. Η δήλωση αυτή υπογραμμίζει την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης Τραμπ να επιδιώξει μια πιο επιθετική εμπορική πολιτική και να διεκδικήσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού.