Πηνελόπη Αναστασοπούλου: «Νιώθω άσχημα με τις τηλεοπτικές επαναλήψεις καταδικασμένου προσώπου»

Η υπόθεση του Πέτρου Φιλιππίδη και οι καταγγελίες που αναδύθηκαν μέσω του κινήματος #MeToo στην Ελλάδα, όχι μόνο συγκλόνισαν τον καλλιτεχνικό κόσμο, αλλά άνοιξαν και έναν κρίσιμο διάλογο για τη δικαιοσύνη, την προστασία των θυμάτων και την κοινωνική αποκατάσταση, ή μη, των καταδικασμένων. Η πρόσφατη συνέντευξη της ηθοποιού Πηνελόπης Αναστασοπούλου, βασικής μάρτυρος κατηγορίας, έφερε ξανά στο προσκήνιο τα ζητήματα αυτά, εστιάζοντας στις πολυδιάστατες επιπτώσεις για όσους τόλμησαν να μιλήσουν.

Ο Αγώνας των Μαρτύρων: Ψυχικό Κόστος και Αποφασιστικότητα

Η Πηνελόπη Αναστασοπούλου, μία από τις πρώτες προσωπικότητες που έσπασαν τη σιωπή τους, περιέγραψε γλαφυρά το τεράστιο ψυχικό βάρος που συνεπάγεται η θέση του μάρτυρα σε μια τόσο ευαίσθητη υπόθεση. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε:

  • «Την περίοδο του #MeToo… εγώ ήμουν αποφασιστική από την πρώτη μέχρι την τελευταία μέρα.»
  • «Όταν έβαζα τα παιδιά μου για ύπνο, έσπαγα κάθε μέρα.»
  • «Είναι δύσκολο να προσπαθείς να αποδείξεις κάθε μέρα ότι δεν είσαι ελέφαντας, ότι δεν λες ψέματα.»

Η ίδια αναγνώρισε την ανάγκη για επαγγελματική ψυχολογική υποστήριξη, δηλώνοντας ότι επισκέφθηκε ψυχίατρο. Παρά το δύσκολο μονοπάτι, η Αναστασοπούλου τόνισε με έμφαση ότι η απόφασή της άξιζε τον κόπο, υπογραμμίζοντας την προθυμία της να επαναλάβει την ίδια διαδρομή “χίλιες φορές”. Αυτή η δήλωση αναδεικνύει την βαριά ευθύνη που ένιωσαν πολλοί να αναλάβουν, όχι μόνο για τον εαυτό τους αλλά και για την ευρύτερη αλλαγή στον χώρο.

Ανάλυση: Η εμπειρία της Αναστασοπούλου αντανακλά την κοινή εμπειρία πολλών θυμάτων σε υποθέσεις κακοποίησης, όπου η διαδικασία της καταγγελίας και της μαρτυρίας μετατρέπεται σε έναν εξουθενωτικό αγώνα ενάντια στην αμφισβήτηση και τη δυσπιστία, ακόμα και από την κοινωνία.

Η Έννοια της «Δικαίωσης» και τα Οικονομικά Εμπόδια

Ένα από τα πιο ακανθώδη σημεία της συνέντευξης αφορούσε την απουσία πλήρους δικαίωσης για τα θύματα στην υπόθεση: «Δεν υπήρξε δικαίωση των θυμάτων στη συγκεκριμένη υπόθεση.» Η Αναστασοπούλου έθεσε επιτακτικά το ζήτημα του οικονομικού φραγμού στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη.

  • Ένα θύμα καλείται να καταβάλει «ένα σημαντικό ποσό» για να εξασφαλίσει «έναν καλό δικηγόρο».
  • Αντιθέτως, «ο θύτης πληρώνει τα μισά ή το 1/3 και βγαίνει έξω».

Αυτή η παρατήρηση υπογραμμίζει μία στοιχειώδη ανισότητα στο νομικό σύστημα, όπου η ικανότητα υπεράσπισης συχνά συνδέεται άμεσα με την οικονομική επιφάνεια. Το αποτέλεσμα, όπως ερμηνεύεται, είναι μια δικαστική απόφαση που μπορεί να μην προσφέρει την ηθική και ουσιαστική ικανοποίηση που αναζητούν τα θύματα, παρόλο που υπάρχει η «βούλα του δικαστηρίου» περί καταδίκης.

Ανάλυση: Η Ελλάδα, όπως και πολλές άλλες χώρες, αντιμετωπίζει προκλήσεις στην παροχή ίσης πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Η ενσωμάτωση μηχανισμών δωρεάν νομικής βοήθειας ή η θεσμοθέτηση ειδικών ταμείων για τη στήριξη θυμάτων σε τέτοιες υποθέσεις αποτελεί μια καίρια ανάγκη για την ενίσχυση του κράτους δικαίου και την ουσιαστική προστασία των αδύναμων.

Ο Κοινωνικός Αναθεωρητισμός και η Επαγγελματική Αποκατάσταση

Ένα άλλο σοβαρό ερώτημα που τέθηκε από την ηθοποιό αφορά τη μετα-καταδίκης συνθήκη και την πιθανότητα οι καταδικασμένοι να επιστρέψουν άμεσα στο επάγγελμά τους. «Βλέπουμε ότι υπάρχει συζήτηση αν θα ξαναβγεί ο τάδε άνθρωπος στη δουλειά του. Δεν πρέπει να γίνονται αυτές οι ερωτήσεις.» Η Αναστασοπούλου εξέφρασε έντονη δυσφορία στη θέα καταδικασμένων προσώπων στην τηλεόραση, περιγράφοντας το συναίσθημα ως «άβολο πολύ» και «πολύ άσχημα».

Ανάλυση: Η δημόσια συζήτηση για την επαγγελματική αποκατάσταση ατόμων που έχουν καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα –ιδίως σε κλάδους με πνευματική και ηθική επιρροή όπως ο καλλιτεχνικόςndash; αναδεικνύει την πολυπλοκότητα μεταξύ του δικαιώματος στη δεύτερη ευκαιρία και της ανάγκης για προστασία της κοινωνίας, αλλά και της συμβολικής τιμωρίας. Η ηθική διάσταση είναι καθοριστική. Στο πλαίσιο αυτό, το κοινό συχνά αναμένει μια μεγαλύτερη περίοδο “σιωπής” ή κάποιου είδους ουσιαστικής μεταμέλειας, πριν δεχτεί την επιστροφή τέτοιων προσώπων στα φώτα της δημοσιότητας. Αυτή η πίεση προς τα ΜΜΕ και τους παραγωγούς να επιδείξουν μεγαλύτερη ευαισθησία είναι μια από τις ελάχιστες “δικαιώσεις” που απομένουν στα θύματα.

Η Κληρονομιά του #MeToo και η Αλλαγή Παραδείγματος

Η υπόθεση Φιλιππίδη, όπως και άλλες που προέκυψαν από το #MeToo στην Ελλάδα, σηματοδότησε μια κομβική στιγμή για την ελληνική κοινωνία. Το κίνημα αυτό, παρόλο που αντιμετώπισε σφοδρές αντιδράσεις και προσπάθειες υπονόμευσης, είχε ως αποτέλεσμα:

  • Την ενθάρρυνση θυμάτων να μιλήσουν ανοιχτά για πρώτη φορά.
  • Την αναγκαιότητα αναθεώρησης των εσωτερικών κανονισμών σε πολλούς επαγγελματικούς χώρους.
  • Την ευαισθητοποίηση του κοινού για τις διαστάσεις της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης.
  • Την καθιέρωση ενός διαύλου επικοινωνίας και υποστήριξης για τα θύματα, έστω και μεμονωμένα.

Η Πηνελόπη Αναστασοπούλου, με τις δηλώσεις της, υπενθυμίζει ότι ο αγώνας για την ουσιαστική δικαίωση δεν τελειώνει με την δικαστική απόφαση, αλλά συνεχίζεται στο πεδίο της κοινωνικής αποδοχής, της επαγγελματικής ηθικής και της διαρκούς υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ευάλωτων. Οι θεσμοί και η κοινωνία καλούνται να απαντήσουν σε αυτές τις προκλήσεις με συνέπεια και αποτελεσματικότητα.

δειτε ακομα

δειτε ακομα