Με την προσοχή στραμμένη στο Παρίσι και την ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων, οι Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη παρακολουθούν τις εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό της Γαλλίας, το οποίο έχει άμεσο αντίκτυπο στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και προσφέρει αφορμές ανησυχίας για την ευρύτερη ήπειρο.
Στη σημερινή ταραγμένη γεωπολιτική κατάσταση, η Ευρώπη αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις της σύγκρουσης στην Ουκρανία, οι οποίες ενδέχεται να ενισχύσουν τις προκλήσεις στην γερμανική οικονομία και ταυτόχρονα να φέρουν πιο κοντά τους κινδύνους από την πολιτική αβέβαιο κατάσταση στη Γαλλία. Παράγοντες με γνώσεις στις οικονομικές συνθήκες θεωρούν ότι αυτή η κατάσταση θα μπορούσε να είναι η ωρολογιακή βόμβα που απειλεί την συνοχή της ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προς το παρόν, οι αγορές δείχνουν θετική αντίδραση, με τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια να παρουσιάζουν σταθερές επιδόσεις, ενώ οι αποδόσεις των ομολόγων παραμένουν σε ικανοποιητικά επίπεδα, παρά τις αναταράξεις που προκαλούν πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία. Με την πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ και την απόρριψη του γαλλικού προϋπολογισμού για το 2025, οι αγορές ομολόγων έχουν ήδη προεξοφλήσει τις αρνητικές εξελίξεις που αντιμετωπίζει η χώρα. Σήμερα, η απόδοση του 10ετούς γαλλικού ομολόγου έχει αγγίξει το 2,9%, ξεπερνώντας την ελληνική απόδοση, γεγονός που καθιστά τη Γαλλία τη δεύτερη χώρα με το υψηλότερο κόστος δανεισμού στην Ευρώπη, πίσω από την Ιταλία (3,2%).
Η κατάσταση του γαλλικού δημόσιου χρέους φτάνει σήμερα τα 3,23 τρισ. ευρώ και αναμένεται να εκτοξευτεί το 2025 στο 115,3% του ΑΕΠ, αυξανόμενη από το 112,7% του ΑΕΠ που εκτιμάται για φέτος. Το χρέος είναι σε μεγάλο βαθμό οφειλόμενο σε ιδιώτες, γεγονός που σημαίνει ότι η εξυπηρέτησή του εξαρτάται από τις διακυμάνσεις της αγοράς. Η Γαλλία θα χρειαστεί περίπου 310 δισ. ευρώ από τις αγορές για την αναχρηματοδότηση του χρέους της το 2025. Η αύξηση του δημόσιου χρέους συνδέεται άρρηκτα με το ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο κυμαίνεται γύρω στο 6%. Έτσι, η Κομισιόν έχει ήδη ξεκινήσει διαδικασίες για την αντιμετώπιση του υπερβολικού ελλείμματος τηςΓαλλίας.
Η απόρριψη του προϋπολογισμού του 2025 μπορεί να περιορίσει τις ελπίδες για άμεσες διαρθρωτικές αλλαγές στον τομέα αυτό, απειλώντας τον αρχικό στόχο μείωσης του ελλείμματος στο 5% το επόμενο διάστημα και στο 3% εντός των επόμενων ετών. Την ίδια ώρα, η ανάπτυξη της γαλλικής οικονομίας παραμένει χαμηλή, με την προβολή να περιορίζεται στο 0,8% για το 2025.
Οι Βρυξέλλες και η ΕΚΤ διατηρούν στάση αναμονής καθώς παρακολουθούν στενά τα δεδομένα της αγοράς. Προς το παρόν, η θετική πορεία των αγορών ομολόγων προσφέρει κάποια ηρεμία, γεγονός που ενδεχομένως να οδηγήσει την ΕΚΤ σε νέες μειώσεις επιτοκίων. Σε αναμονή για μία περαιτέρω μείωση του επιτοκίου του ευρώ κατά 0,25 μονάδες στα τέλη Δεκεμβρίου, αναμένεται και νέα παρόμοια μείωση το Ιανουάριο. Το οπλοστάσιο της ΕΚΤ είναι έτοιμο για τυχόν ανατροπές, όπως φάνηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της ελληνικής κρίσης χρέους, με πρόσθετα εργαλεία να βρίσκονται διαθέσιμα εάν απαιτηθεί. Αν χρειαστεί, η ΕΚΤ μπορεί να εξετάσει ταχύτερες μειώσεις επιτοκίων και ενισχυμένες αγορές κρατικών ομολόγων, σε περίπτωση ακραίων καταστάσεων ή κρίσεων χρέους.