Αναμένονται σημαντικές εξελίξεις στην κρίση της Ουκρανίας, με προγραμματισμένες συναντήσεις υψηλού επιπέδου.
Συνάντηση ΗΠΑ-Ρωσίας στην Σαουδική Αραβία για την Ουκρανία
Σύμφωνα με το Bloomberg, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και τη Ρωσική Ομοσπονδία αναμένεται να συναντηθούν στην Σαουδική Αραβία την επόμενη εβδομάδα. Στόχος είναι η προετοιμασία μιας πιθανής συνόδου κορυφής για την επίλυση της σύγκρουσης στην Ουκρανία. Η συνάντηση αυτή εστιάζεται στην εύρεση κοινού εδάφους για την αποκλιμάκωση της έντασης στην Ουκρανική κρίση.
Οι λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένων των συμμετεχόντων, βρίσκονται υπό διαμόρφωση. Σύμφωνα με πληροφορίες, θα συμμετάσχουν κυρίως σύμβουλοι εθνικής ασφαλείας, με στόχο να οριστικοποιηθεί μια ημερομηνία για τη σύνοδο κορυφής πριν από το Ραμαζάνι.
Διαπραγματεύσεις υπό την Αιγίδα της Σαουδικής Αραβίας
Όπως αναφέρει το Politico, η πρωτοβουλία για ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Ουκρανίας στη Σαουδική Αραβία επιβεβαιώνεται. Ανώτεροι αξιωματούχοι αναμένεται να συμμετάσχουν.
Συγκεκριμένα, αναφέρονται τα ονόματα των Μάικ Γουόλτς (σύμβουλος εθνικής ασφάλειας), Μάρκο Ρούμπιο (υπουργός Εξωτερικών) και Στιβ Γουίτκοφ (ειδικός απεσταλμένος στη Μέση Ανατολή) για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με στόχο τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Ο Ρόλος της Ευρώπης στις Ειρηνευτικές Διαπραγματεύσεις
Ο Κιθ Κέλογκ, ειδικός απεσταλμένος για την Ουκρανία, εκφράζει αμφιβολίες για την ενεργό συμμετοχή της Ευρώπης στις συνομιλίες μεταξύ Ρωσίας, ΗΠΑ και Ουκρανίας. Αν και θα ζητηθεί η άποψη της, η συμμετοχή της φαίνεται αβέβαιη. Σύμφωνα με τον Guardian, ο Κέλογκ τόνισε την ανάγκη για συγκεκριμένες προτάσεις από την πλευρά της Ευρώπης, καθώς και την αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Κιθ Κέλογκ: “Στους Ευρωπαίους φίλους μου, θα έλεγα: μπείτε στη συζήτηση, όχι παραπονούμενοι για το αν θα είστε ή όχι στο τραπέζι, αλλά παρουσιάζοντας συγκεκριμένες προτάσεις, ιδέες, αυξήστε τις αμυντικές δαπάνες.“
Επιπλέον, ο Κέλογκ υπογράμμισε ότι η συμμετοχή πολλών χωρών χωρίς την ικανότητα επιβολής συμφωνίας αποτελεί παράγοντα αποτυχίας των προηγούμενων διαπραγματεύσεων.