Η πιθανή εμπλοκή εξωτερικών δυνάμεων στην μεταπολεμική Γάζα αποτελεί ένα δυνητικά εκρηκτικό πεδίο διαφωνιών, φέρνοντας στο προσκήνιο γεωπολιτικές εντάσεις και διαφωνίες που μπορούν να καθορίσουν το μέλλον της περιοχής. Οι πρόσφατες απορρίψεις από το γραφείο του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου σχετικά με την τουρκική στρατιωτική παρουσία, αλλά και την ανάπτυξη δυνάμεων της Παλαιστινιακής Αρχής, υπογραμμίζουν το περίπλοκο παζλ της επόμενης μέρας.
Οι Απορρίψεις της Ιερουσαλήμ και οι Πηγές των Διαφωνιών
Το γραφείο του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου διέψευσε κατηγορηματικά δημοσιεύματα που έκαναν λόγο για διαφωνία με τον αρχηγό των αιγυπτιακών μυστικών υπηρεσιών, Χασάν Ρασάντ, σχετικά με την τουρκική στρατιωτική παρουσία στη Γάζα. Σύμφωνα με συνεργάτες του Νετανιάχου, «δεν υπάρχει διαφωνία» και «δεν θα υπάρξει τουρκική εμπλοκή» στην περιοχή. Παρόλα αυτά, το Sky News Arabia, επικαλούμενο παλαιστινιακή πηγή, μετέδωσε ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός απέρριψε κατηγορηματικά τη συμμετοχή της Τουρκίας σε οποιαδήποτε πιθανή ειρηνευτική δύναμη στη Λωρίδα της Γάζας.
Επιπλέον, η ίδια πηγή αναφέρει ότι ο Νετανιάχου αρνήθηκε την ανάπτυξη δυνάμεων ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα, οι οποίες εκπαιδεύονται από την Αίγυπτο και την Ιορδανία. Η στάση αυτή εξηγείται από την επιμονή του Ισραηλινού πρωθυπουργού ότι προηγουμένως πρέπει να ολοκληρωθεί η «δεύτερη φάση» του σχεδίου, δηλαδή ο αφοπλισμός της Χαμάς και η παύση του ελέγχου της οργάνωσης στη Γάζα. Μόνο τότε, σύμφωνα με τον Νετανιάχου, θα μπορούσε να ξεκινήσει συζήτηση για τοπική διοίκηση ή την ανάπτυξη δυνάμεων ασφαλείας.
Η Τουρκική Προσέγγιση και το Ευρύτερο Γεωπολιτικό Πλαίσιο
Πριν από περίπου μία εβδομάδα, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο συμμετοχής τουρκικών δυνάμεων σε μια διεθνή δύναμη, όπως προβλέπεται από το ειρηνευτικό σχέδιο του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Επιστρέφοντας από τη σύνοδο κορυφής στο Σαρμ ελ Σέιχ, ο Ερντογάν δήλωσε ότι οι αξιολογήσεις για τη σύνθεση της δύναμης δράσης συνεχίζονται, εξετάζοντας παράλληλα δυνατότητες συμμετοχής σε εργασίες ανοικοδόμησης και ανασυγκρότησης στη Γάζα.
Ανάλυση: Η πρόταση Ερντογάν, μολονότι δεν είναι νέα, εντάσσεται στη διαχρονική προσπάθεια της Τουρκίας να ενισχύσει την περιφερειακή της επιρροή, ειδικά σε περιοχές που θεωρεί ιστορικά συνδεδεμένες με αυτήν. Η επιθυμία για συμμετοχή σε διεθνείς δυνάμεις ειρήνης ή ανασυγκρότησης δίνει στην Άγκυρα τη δυνατότητα να διαδραματίσει ρόλο σημαντικότερο από αυτόν ενός απλού παρατηρητή, προβάλλοντας ταυτόχρονα την εικόνα μιας χώρας που συμβάλλει στην σταθερότητα. Ωστόσο, οι σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ είναι τεταμένες, ειδικά μετά τα πρόσφατα γεγονότα στη Γάζα, καθιστώντας την τουρκική στρατιωτική παρουσία ιδιαίτερα προβληματική για το Τελ Αβίβ.
Οι Εμπλοκές για την Παλαιστινιακή Αρχή και η Επόμενη Μέρα
Η ρητή απόρριψη του Νετανιάχου για την ανάπτυξη δυνάμεων της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα φανερώνει τις βαθιές δυσπιστίες και τις ενδοπαλαιστινιακές διαιρέσεις. Οι δυνάμεις της Παλαιστινιακής Αρχής, υπό την αιγίδα της Αιγύπτου και της Ιορδανίας, θεωρούνται από πολλούς ως η φυσική επιλογή για την ανάληψη της ασφάλειας στη μετα-Χαμάς εποχή. Ωστόσο, το Ισραήλ φαίνεται να θέτει ως προϋπόθεση τον πλήρη αφοπλισμο της Χαμάς, έναν στόχο μείζονος στρατιωτικής και πολιτικής δυσκολίας.
Στοιχείο Συμφραζομένων: Η αποτυχία ουσιαστικής συμφιλίωσης μεταξύ Φατάχ (που ελέγχει την Παλαιστινιακή Αρχή) και Χαμάς έχει δημιουργήσει ένα κενό εξουσίας και νομιμοποίησης στη Γάζα. Η απουσία ενός ενιαίου, αξιόπιστου παλαιστινιακού φορέα που να χαίρει της αποδοχής τόσο του Ισραήλ όσο και των διεθνών παραγόντων, περιπλέκει περαιτέρω τις προσπάθειες για την επόμενη ημέρα. Η παρούσα κατάσταση αναδεικνύει την ανάγκη για μια πολυδιάστατη λύση που θα περιλαμβάνει όχι μόνο τη στρατιωτική διάσταση, αλλά και τη δημιουργία βιώσιμων πολιτικών και κοινωνικών δομών.
Προκλήσεις και Προοπτικές
Η αντιπαράθεση για το μέλλον της Γάζας δεν αφορά μόνο στρατιωτικές ή πολιτικές ρυθμίσεις, αλλά και το ευρύτερο όραμα για την περιοχή. Η ανοικοδόμηση και η ανασυγκρότηση της Λωρίδας είναι κρίσιμες, αλλά προϋποθέτουν ένα σταθερό πολιτικό και ασφαλές περιβάλλον. Οι δηλώσεις των εμπλεκόμενων μερών καταδεικνύουν ότι ο δρόμος προς την ειρήνη και τη σταθερότητα είναι μακρύς και γεμάτος αγκάθια, με κάθε πλευρά να επιδιώκει την προάσπιση των δικών της συμφερόντων και την επιβολή των δικών της όρων.