Η ασφάλεια του ευρωπαϊκού εναέριου χώρου βρίσκεται στο επίκεντρο, καθώς η Γερμανία αντιδρά δυναμικά στην αυξανόμενη απειλή από μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones), τα οποία έχουν προκαλέσει εκτεταμένες αναταραχές στις αεροπορικές συγκοινωνίες. Η πρόσφατη απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να αυστηροποιήσει τη νομοθεσία σηματοδοτεί μια ευρύτερη προσπάθεια της Ευρώπης να θωρακιστεί απέναντι σε υβριδικές απειλές.
Νέα Νομοθεσία και Ενίσχυση Αρμοδιοτήτων
Σε μια κίνηση που υπογραμμίζει την κρισιμότητα της κατάστασης, η γερμανική κυβέρνηση ενέκρινε την Τετάρτη ένα νομοσχέδιο που παρέχει στην Ομοσπονδιακή Αστυνομία τη νομική βάση να αντιμετωπίζει άμεσα drones τα οποία παραβιάζουν τον γερμανικό εναέριο χώρο. Το νομοσχέδιο, το οποίο αναμένεται να ψηφιστεί σύντομα στο κοινοβούλιο, επιτρέπει στους αστυνομικούς να καταρρίπτουν απειλητικά drones.
Ο Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς υπογράμμισε τη σοβαρότητα της κατάστασης με ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ (πρώην Twitter):
Die Drohnen-Vorfälle bedrohen unsere Sicherheit. Das lassen wir nicht zu. Wir stärken die Kompetenzen der Bundespolizei: Damit Drohnen künftig schneller aufgespürt und abgewehrt werden können. Das haben wir heute im Kabinett beschlossen.
— Bundeskanzler Friedrich Merz (@bundeskanzler) October 8, 2025
Εκτός από την κατάρριψη, η γκάμα των διαθέσιμων μέσων περιλαμβάνει:
- Τεχνολογίες λέιζερ.
- Συστήματα παρεμβολής σημάτων, ικανά να διακόπτουν τον έλεγχο ή την πλοήγηση των drones.
Αυτή η προσέγγιση αντικατοπτρίζει την ανάγκη για προσαρμογή στις σύγχρονες απειλές, καθώς η παραδοσιακή αεράμυνα συχνά αδυνατεί να αντιμετωπίσει μικρά, ευέλικτα μη επανδρωμένα συστήματα.
Περιστατικά και Υποψίες: Ο Ρωσικός Παράγοντας
Η εν λόγω απόφαση έρχεται στον απόηχο πρόσφατων περιστατικών που ανέδειξαν την τρωτότητα των υποδομών. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν το χάος στο αεροδρόμιο του Μονάχου την προηγούμενη Παρασκευή, όπου η παρουσία drones οδήγησε σε ακυρώσεις και καθυστερήσεις δεκάδων πτήσεων, επηρεάζοντας περισσότερους από 10.000 επιβάτες. Ορισμένοι Ευρωπαίοι ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Καγκελάριου Μερτς, έχουν εκφράσει την εκτίμηση ότι πίσω από τέτοιες ενέργειες βρίσκεται η Ρωσία, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου υβριδικού πολέμου.
Analysis: Η σύνδεση της Ρωσίας με τέτοια περιστατικά, αν και δεν έχει αποδειχθεί επίσημα σε κάθε περίπτωση, εντείνει τις ανησυχίες για την εκμετάλλευση μη στρατιωτικών μέσων για την επιδίωξη γεωπολιτικών στόχων. Η παρουσία μη οπλισμένων drones, όπως αυτή που ανέφερε ο Μερτς αναφορικά με το Μόναχο, υποδηλώνει πιθανές προσπάθειες κατασκοπείας ή αποσταθεροποίησης, πέραν της άμεσης καταστροφής.
Ευρύτερο Ευρωπαϊκό Πλαίσιο και Υβριδικές Απειλές
Από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία το 2022, η Ρωσία έχει αναδειχθεί ως βασικός παράγοντας αποσταθεροποίησης για την Ευρώπη. Οι Βρυξέλλες αναζητούν εντατικά μέτρα για τη θωράκιση απέναντι σε ένα ευρύ φάσμα υβριδικών απειλών, που περιλαμβάνουν:
- Κυβερνοεπιθέσεις.
- Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση.
- Παρεμβάσεις με drones.
Την ίδια ημέρα με την έγκριση του γερμανικού νομοσχεδίου, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, παρουσίασε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο ένα νέο σχέδιο για την ασφάλεια της Ευρώπης. Το σχέδιο αυτό επικεντρώνεται στην ενίσχυση της άμυνας όχι μόνο σε στρατιωτικό επίπεδο, αλλά και στην αντιμετώπιση των παραπάνω υβριδικών απειλών.
In the author’s assessment: Η συντονισμένη αυτή προσπάθεια της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποδηλώνει μια σημαντική μετατόπιση στην αντίληψη της ασφάλειας, η οποία πλέον επεκτείνεται πολύ πέρα από τα συμβατικά πεδία μάχης. Η τεχνολογική εξέλιξη των drones, καθιστώντας τα φθηνά και ευρέως διαθέσιμα, μετατρέπει κάθε πολίτη σε δυνητικό φορέα απειλής, είτε εν γνώσει του είτε όχι, για κρίσιμες υποδομές. Αυτό επιβάλλει όχι μόνο νομοθετικές ρυθμίσεις αλλά και επενδύσεις σε τεχνολογίες ανίχνευσης και εξουδετέρωσης, καθώς και την εκπαίδευση του προσωπικού.
Analysis: Ιστορικά, η αντίδραση σε τέτοιες νέες απειλές απαιτούσε χρόνο. Ενώ παλαιότερα οι κανόνες εναέριας κυκλοφορίας επικεντρώνονταν σε επανδρωμένα αεροσκάφη, η ραγδαία εξάπλωση των drones τα τελευταία χρόνια (από το 2015 και μετά) έχει δημιουργήσει ένα ρυθμιστικό κενό. Οι ενέργειες της Γερμανίας και της ΕΕ αποτελούν πλέον ένα παράδειγμα proactive αντίδρασης, επιδιώκοντας να προλάβουν ευρύτερες αναταραχές και να προστατεύσουν την εθνική και ευρωπαϊκή ασφάλεια σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο.