Η Γερμανία, μια χώρα που για δεκαετίες απέφευγε την ισχύ στρατιωτική της παρουσία, βρίσκεται σήμερα σε ένα κομβικό σημείο: η συζήτηση για την επαναφορά της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας διχάζει την κοινωνία και την κυβέρνηση, αναδεικνύοντας την έντονη αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεων εν μέσω ενός μεταβαλλόμενου γεωπολιτικού τοπίου. Γιατί, όμως, τώρα; Η απάντηση βρίσκεται στη σκιά της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και στις ιστορικές αντιφάσεις που διαμόρφωσαν τη μεταπολεμική γερμανική αμυντική πολιτική.
Η Στροφή: Από την Αποστρατιωτικοποίηση στον Επανεξοπλισμό
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία ακολούθησε μια πολιτική αυστηρής αποστρατιωτικοποίησης, με τη δημιουργία της Bundeswehr το 1955 να συνοδεύεται από την πρόβλεψη για εναλλακτική θητεία. Η υποχρεωτική στράτευση καταργήθηκε το 2011, αντικατοπτρίζοντας την πεποίθηση ότι ένας μεγάλος, ετοιμοπόλεμος στρατός δεν ήταν πλέον αναγκαίος. Η λιτότητα των εποχών Μέρκελ-Σόιμπλε οδήγησε σε σημαντική συρρίκνωση των αμυντικών δαπανών, με αποτέλεσμα την υποχρηματοδότηση και την απαξίωση του στρατιωτικού υλικού.
* Το 2014, η Bundeswehr παραδέχθηκε αδυναμία στην εκπλήρωση των ΝΑΤΟϊκών της υποχρεώσεων.
* Μέχρι το 2016, εμπιστευτική έκθεση έδειχνε ότι μεγάλο μέρος των μαχητικών αεροσκαφών και ελικοπτέρων μάχης ήταν εκτός επιχειρησιακής ετοιμότητας.
* Εκείνη την εποχή, οι αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας έφταναν μόλις το 1,3% του ΑΕΠ της.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022 λειτούργησε ως καταλύτης. Τρεις ημέρες αργότερα, ο Καγκελάριος Όλαφ Σολτς (SPD) ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός «άνευ προηγουμένου» ειδικού ταμείου ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ο Φρίντριχ Μερτς (CDU), πριν καν αναλάβει ενδεχομένως τα καθήκοντα του Καγκελαρίου, πρότεινε 500 δισεκατομμύρια ευρώ για την ριζική αναμόρφωση της Bundeswehr. Αυτές οι εξαγγελίες σηματοδοτούν ένα τέλος στην επί δεκαετίες γερμανική απροθυμία για στρατιωτική ισχύ και αποτυπώνουν μια βαθιά αλλαγή στην αντίληψη περί εθνικής ασφάλειας.
Το «Ταμπού» της Στρατιωτικής Θητείας και η Κοινωνική Διχόνοια
Ωστόσο, η συζήτηση δεν περιορίζεται μόνο στους εξοπλισμούς. Το ζήτημα της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, ένα από τα ισχυρότερα μεταπολεμικά ταμπού της Γερμανίας, έχει επανέλθει στο προσκήνιο, διχάζοντας τόσο την κοινωνία όσο και τον κυβερνητικό συνασπισμό.
* Σε πρόσφατη δημοσκόπηση της BILD, το 60% των πολιτών διαφωνεί με το προτεινόμενο σύστημα του Υπουργού Άμυνας.
* Λίγες μέρες νωρίτερα, μια δημοσκόπηση του ARD έδειχνε το 53% υπέρ της πρότασης, αναδεικνύοντας τις έντονες διακυμάνσεις της κοινής γνώμης.
Ανάλυση: Η αντίφαση στις δημοσκοπήσεις υποδηλώνει ένα βαθύτερο διχασμό. Παρατηρείται ότι οι πολίτες άνω των 60 ετών είναι πιο θετικοί στην επαναφορά της θητείας, ενώ οι νέοι —που είναι και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι— εκφράζουν μεγαλύτερους ενδοιασμούς. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς η ιστορική μνήμη και οι προσωπικές προτεραιότητες διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των γενεών.
Οι Νέοι στο Στοχαστρο: Ευγνωμοσύνη, Κίνδυνος και Οικονομικά Κίνητρα
Για τους νέους άνδρες της Γερμανίας, η προοπτική της στράτευσης φέρνει μαζί της ένα φάσμα σκέψεων και ανησυχιών:
* Ο 17χρονος Γιγκίτ Γιαρίμ, τουρκικής καταγωγής με διπλή υπηκοότητα, βλέπει τη θητεία ως «ζήτημα ευγνωμοσύνης» προς τη δεύτερη πατρίδα του.
* Ο Γερμανός συνομήλικός του, Φίλιπ Σβάιτσερ, εκφράζει την απροθυμία του να «πυροβολήσει κανέναν» ή να κινδυνεύσει στη μάχη.
Και οι δύο, ωστόσο, συμφωνούν σε ένα κρίσιμο σημείο: η προοπτική της στράτευσης θα πρέπει να συνοδεύεται από σημαντικές οικονομικές απολαβές για να καταστεί ελκυστική.
Ανάλυση: Η έμφαση στα οικονομικά κίνητρα υπογραμμίζει την αλλαγή στην αντίληψη του κοινωνικού συμβολαίου. Σε μια εποχή όπου η προσωπική εξέλιξη και η επαγγελματική σταδιοδρομία προέχουν, η υποχρεωτική θητεία πρέπει είτε να ενσωματωθεί σε αυτό το πλαίσιο είτε να προσφέρει ισχυρά ανταλλάγματα. Η συζήτηση για τη στρατιωτική θητεία δεν είναι πλέον μόνο ζήτημα εθνικής ασφάλειας, αλλά και οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Η Πολιτική Διάσταση: «Κοινοβουλευτικός» Στρατός εν Αναμονή
Η πολιτική τάξη διερευνά επισταμένως τη στάση της κομματικής της βάσης, καθώς η απόφαση για επαναφορά της θητείας έχει τεράστιες πολιτικές διαστάσεις. Ο στρατός της Γερμανίας παραμένει «κοινοβουλευτικός», πράγμα που σημαίνει ότι αναπτύσσεται μόνο κατόπιν εντολής της Bundestag.
Στο πλαίσιο ευρύτερης ανάλυσης:
Η γερμανική αλλαγή στάσης δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο. Σε όλη την Ευρώπη, χώρες όπως η Σουηδία, η Λιθουανία και η Λετονία έχουν ήδη επαναφέρει τη στρατιωτική θητεία, ακριβώς λόγω των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων. Αυτή η «αμυντική αναγέννηση» στην Ευρώπη υποδηλώνει μια διάχυτη ανησυχία και την εγκατάλειψη της μετα-Ψυχροπολεμικής “ειρηνικής μερίσματος”. Η Γερμανία, ως η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, ηγείται πλέον αυτής της τάσης, με το βλέμμα στραμμένο τόσο στην άμυνα όσο και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας. Η επανεξέταση της θητείας εντάσσεται σε αυτήν την ευρύτερη αλλαγή παραδείγματος, όπου η ασφάλεια δεν θεωρείται πλέον δεδομένη. Η ειρήνη απαιτεί, εκ νέου, επένδυση και στρατηγικό προσανατολισμό.
Το δίλημμα παραμένει: πώς θα διασφαλιστεί η ασφάλεια της χώρας χωρίς να αγνοηθούν οι κοινωνικές ευαισθησίες και χωρίς να διαταραχθεί περαιτέρω η ζωή των νέων; Η απάντηση θα καθορίσει όχι μόνο το μέλλον της Bundeswehr, αλλά και την ταυτότητα της Γερμανίας στην παγκόσμια σκηνή.