Η ανησυχία του Γερμανού καγκελάριου, Όλαφ Σολτς, για την κατάσταση του κυβερνητικού συνασπισμού εκφράστηκε την Δευτέρα (04/11), καθώς κάλεσε τους εταίρους του να επιδείξουν «σοβαρότητα».
«Εγώ είμαι ο καγκελάριος. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που φέρνουν οι δύσκολες καιροί. Το επίκεντρο είναι η οικονομία και η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Χρειάζεται πραγματισμός και όχι ιδεολογία. Υπάρχουν σημαντικά θέματα που απαιτούν λύση και αυτό προϋποθέτει σοβαρή εργασία από όλους», δήλωσε ο Σολτς κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που είχε με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε.
Λίγο νωρίτερα, είχε πραγματοποιηθεί συνάντηση του Σολτς με τον υπουργό Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι), και τον υπουργό Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ (FDP). Η συνάντηση αυτή αποσκοπούσε στο να γεφυρωθεί το χάσμα που είχε δημιουργηθεί από τις θέσεις του Λίντνερ, οι οποίες αμφισβητούν τη συμμετοχή του FDP στην κυβέρνηση ζητώντας σχεδόν συνολική αλλαγή πολιτικής.
«Δεν επιθυμούμε ρήξη. Πιστεύουμε ότι όλοι θα τηρήσουν τη συμφωνία κυβέρνησης και θα ολοκληρώσουμε από κοινού την εργασία μας», δήλωσε ο Ομίντ Νουριπούρ, επικεφαλής των Πρασίνων. Ο Χάμπεκ προειδοποίησε για την κακή στιγμή διάλυσης της κυβέρνησης, αναφέροντας ότι «η κατάσταση είναι δύσκολη και δεν συμβάλλει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση» και τόνισε την κατανόησή του για την απογοήτευση του κόσμου. Η υπουργός Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ, από την πλευρά της, κάλεσε όλους να συγκεντρωθούν και να επικεντρωθούν στη δουλειά τους.
Ο Χάμπεκ φαίνεται συμβιβασμένος να διαθέσει πόρους από τον προϋπολογισμό που προορίζονταν για την επένδυση της Intel στο εργοστάσιο ημιαγωγών στη Γερμανία, επισημαίνοντας ότι μπορούν να βοηθήσουν να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό. Οι τρεις εταίροι αναμένεται να συναντηθούν ξανά την Τρίτη (05/11) πριν από την κυβερνητική επιτροπή που είναι προγραμματισμένη για την Τετάρτη το απόγευμα.
Η πιθανή διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού θα δημιουργούσε προβλήματα και για τους Πράσινους, οι οποίοι σχεδιάζουν να εκλέξουν νέα ηγεσία στα μέσα του μήνα και προγραμματίζουν να καθορίσουν τη στρατηγική τους για τις εκλογές τον επόμενο Μάρτιο. Καθίσταται, επομένως, δύσκολη η οργάνωση μιας πρόωρης προεκλογικής εκστρατείας.
Από την άλλη, η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) δηλώνει ότι βρίσκεται σε πλήρη εκλογική ετοιμότητα. Ο γενικός γραμματέας του CDU, Κάρστεν Λίνεμαν, ανέφερε ότι η κυβέρνηση «πρέπει να αναλάβει τη μεγαλύτερη πολιτική ευθύνη και να τελειώσει το θέμα – Η Γερμανία χρειάζεται μια επανεκκίνηση και εκλογές το συντομότερο». Ο γενικός γραμματέας της CSU, Μάρτιν Χούμπερ, ζήτησε από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, να παρέμβει και να δηλώσει ότι είναι ώρα για εκλογές.