Η ελληνική φέτα κατέχει σήμερα την τέταρτη θέση μεταξύ των πιο αναγνωρίσιμων τυροκομικών προϊόντων διεθνώς, με το 67% της παραγωγής της να εξάγεται. Μάλιστα, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, οι εξαγωγές σημείωσαν αύξηση 7% σε ποσότητα.
Ο Πρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ) και του Αγροτικού Γαλακτοκομικού Συνεταιρισμού Καλαβρύτων, Παύλος Σατόλιας, μίλησε για τις δυνατότητες της φέτας κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για την απονομή των βραβείων «Αγρότης της Χρονιάς» στη Θεσσαλονίκη. Όπως είπε, η φέτα είναι «η ταυτότητα της χώρας μας», τονίζοντας τη σημασία ύπαρξης ισχυρών συνεταιριστικών σχημάτων και στήριξης από την πολιτεία για την επίλυση προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι κτηνοτρόφοι.
«Η φέτα δεν απειλείται από το εξωτερικό, αλλά από τα εσωτερικά ζητήματα της χώρας. Είναι ένα μοναδικό προϊόν και τα επόμενα χρόνια αναμένεται να αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη αξία, εφόσον διασφαλίσουμε τη στήριξη των κτηνοτρόφων», δήλωσε ο κ. Σατόλιας.
Επιπλέον, οι εξαγωγές στραγγιστού γιαουρτιού αναμένονται να αυξηθούν κατά 25% φέτος, ενώ και οι εξαγωγές της φέτας θα σημειώσουν άνοδο τουλάχιστον 5%, παρά την αύξηση των τιμών. Οι κυριότερες αγορές για τα ελληνικά προϊόντα είναι η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία.
Συγκριτικά, το 2021 η Ελλάδα είχε εξάγει 81.000 τόνους φέτας, το 2022 οι εξαγωγές ανέβηκαν στους 86.000 τόνους, ενώ το 2023 φτάσαμε στους 87.000 τόνους. Στα πρώτα επτά μήνες του 2024, ήδη έχουν εξαχθεί 53,287 τόνοι φέτας.
Παράλληλα, το στραγγιστό γιαούρτι συνεχίζει να καταγράφει εντυπωσιακή αύξηση, με 121.000 τόνους που έχουν εξαχθεί το 2023 και 91.000 τόνους στους πρώτους επτά μήνες του 2024.
Ωστόσο, παρά τις προοπτικές αυτές, οι κτηνοτρόφοι συχνά δεν βλέπουν τα οφέλη από την αυξημένη αξία του “λευκού χρυσού”. Σήμερα, το 65% της παραγόμενης φέτας στη χώρα μας είναι προορισμένο για εξαγωγές, συμβάλλοντας στο ετήσιο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών του αγροδιατροφικού τομέα με 1 δισ. ευρώ το περασμένο έτος.