Η επιρροή του Big Oil στην πολιτική της ΕΕ για το κλίμα έχει εκτοξευθεί, κυρίως κατά την εναρκτήρια θητεία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην Κομισιόν. Αξιοσημείωτο είναι ότι έχουν καταγραφεί πάνω από 900 συναντήσεις μεταξύ κορυφαίων στελεχών της βιομηχανίας, όπως η Shell και η BP, και αξιωματούχων της ΕΕ.
Αυτές οι συναντήσεις έχουν ξεκινήσει από το 2019 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα, με τις συνέπειες να είναι σαφείς: μέσω της ασφυκτικής πίεσης, η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων έχει μετατοπίσει την έμφαση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, απομακρύνοντάς την από την αρχική της προοπτική, την απαλλαγή από τον άνθρακα, και οδηγώντας τη σε στρατηγικές που επιτρέπουν στον τομέα των υδρογονανθράκων να υπερισχύει.
Τεχνολογίες όπως η δέσμευση του άνθρακα και το υδρογόνο, οι οποίες προωθούνται έντονα από την ενεργειακή βιομηχανία, έχουν αποκτήσει κεντρική θέση στη στρατηγική της ΕΕ για την ενεργειακή μετάβαση.
Ωστόσο, παρόλο που αυτές οι τεχνολογίες διαφημίζονται ως λύσεις για την κλιματική αλλαγή, συνεχίζουν να συντηρούν την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, αναβάλλοντας την απολύτως απαραίτητη σταδιακή κατάργηση που οι επιστήμονες θεωρούν καθοριστική για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της ΕΕ.
Μεταξύ των κανονιστικών αλλαγών που έχουν προκύψει υπό την πίεση του Big Oil είναι οι μεταρρυθμίσεις στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) της ΕΕ, όπου η άσκηση πίεσης έχει καθυστερήσει την ενίσχυση των ανώτατων ορίων εκπομπών, καθώς και τη μείωση των δικαιωμάτων για τους ρυπαντές.
Επιπλέον, η βιομηχανία έχει επηρεάσει αρνητικά τις ρυθμίσεις για τις εκπομπές μεθανίου, επιβάλλοντας λιγότερο αυστηρούς κανόνες για τις διαρροές μεθανίου και τις καύσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η ΕΕ να υιοθετήσει λιγότερο φιλόδοξες πολιτικές.
H πίεση του Big Oil επεκτάθηκε και στο χρονοδιάγραμμα επιβολής αυστηρότερων ορίων CO2 για την αυτοκίνηση, αρνούμενη οποιαδήποτε πρόοδο για την περικοπή των εκπομπών στη συγκοινωνία.
Ένα ακόμη σημείο ανησυχίας είναι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί, όπως η μέχρι τώρα Επίτροπος Ενέργειας Kadri Simson, οι οποίοι παρέχουν υπερβολική προσοχή στην βιομηχανία, συμμετέχοντας σε συχνές συναντήσεις με τους ηγέτες της. Αυτή η προσέγγιση ενδέχεται να συνιστά τη μεγαλύτερη πρόκληση της ΕΕ.
Η στενή σχέση μεταξύ των πολιτικών και των ενεργειακών κολοσσών συνεπάγεται μια επικίνδυνη ροή δημόσιων κονδυλίων σε έργα που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ορυκτών καυσίμων, αντί να ενισχύουν την προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Συνολικά, η επιρροή των ενεργειακών κολοσσών στην ΕΕ απειλεί τις κλιματικές φιλοδοξίες της ηπείρου, κάτι που βλάπτει τις προσπάθειες για τη μείωση των εκπομπών και δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες για τη μακροπρόθεσμη επίπτωση στους πολίτες και το περιβάλλον.