Καθώς πλησιάζουμε στην ολοκλήρωση της συμφωνίας για τη μεταφορά ρωσικού αερίου μέσω Ουκρανίας, οι προοπτικές φαίνονται δυσοίωνες. Αν και υπάρχουν τεράστιες πιέσεις από χώρες όπως η Σλοβακία, που θίγονται άμεσα από μία πιθανή διακοπή, φαίνεται ότι η εύρεση λύσης σε αυτή τη χρονική στιγμή είναι απίθανη. Οι εκτιμήσεις αποκαλύπτουν ότι οι ευρωπαίοι καταναλωτές θα μπορούσαν να αναγκαστούν να πληρώσουν επιπλέον 40 έως 50 δισεκατομμύρια ευρώ λόγω της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου, οι οποίες ήδη δείχνουν ανοδική πορεία.
Η συμφωνία για τη διέλευση αερίου από τη Ρωσία έχει προγραμματιστεί να λήξει στις 31 Δεκεμβρίου και, μέχρι στιγμής, δεν έχει προταθεί κάποια εναλλακτική. Αν η ροή ρωσικού αερίου σταματήσει, αυτό θα επιβαρύνει ακόμα περισσότερο μία ήδη πιεσμένη ενεργειακή αγορά, δημιουργώντας σοβαρούς κινδύνους για την ευρύτερη περιοχή.
Στη διάρκεια προηγούμενης εβδομάδας, οι τιμές του καυσίμου παρουσίασαν αύξηση καθώς ο Βλάντιμιρ Πούτιν δήλωσε ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη η επίτευξη νέας συμφωνίας για τη διέλευση, με τις τιμές να ανεβαίνουν από 45,731 ευρώ σε 47,731 ευρώ.
Εάν η διαδρομή μέσω Ουκρανίας κλείσει, οι εναπομείνασες οδοιπορίες για τις ρωσικές εξαγωγές περιλαμβάνουν ένα μέσω Τουρκίας. Ωστόσο, η χωρητικότητα του αγωγού Turkstream δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες που θα προκύψουν από την απώλεια της Ουκρανίας. Επίσης, η Ρωσία απείλησε πως θα σταματήσει να εξάγει ηλεκτρική ενέργεια προς την Ουκρανία, κάτι που σημαίνει πως η Ουκρανία θα χάσει σχεδόν το 19% της ηλεκτρικής ενέργειας που εισάγει.
Ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας απέστειλε επιστολή προς την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, ζητώντας από την ΕΕ να λάβει μέτρα. Υποστήριξε ότι ο οικονομικός αντίκτυπος στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι δραστικά μεγαλύτερος σε σύγκριση με αυτόν στη Ρωσία. Ο Φίτσο εκτίμησε ότι τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν αυξήσεις κόστους 40 έως 50 δισ. ευρώ ετησίως σε τιμές φυσικού αερίου καθώς και 60 έως 70 δισ. ευρώ επιπλέον σε ηλεκτρική ενέργεια. Από την άλλη, η Ρωσία θα χάνει περίπου 2 δισ. ευρώ ετησίως αν η Ουκρανία σταματήσει τη διέλευση, σύμφωνα με όσα δημοσιεύτηκαν.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το 2023, η Ρωσία παρέδωσε περίπου 15 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου μέσω Ουκρανίας, που αντιπροσωπεύει το 8% των ρωσικών εξαγωγών προς την Ευρώπη. Αυτό το ποσοστό είχε φτάσει στο 35% κατά την περίοδο 2018-2019, όταν η ευρωπαϊκή ενεργειακή εξάρτηση από τη Μόσχα ήταν στο ανώτατο σημείο της. Ωστόσο, η εξάρτηση αυτή έχει μειωθεί αισθητά, με άλλες πηγές, όπως η Νορβηγία, οι ΗΠΑ και το Κατάρ, να κερδίζουν έδαφος.
Οι χώρες που θα επηρεαστούν άμεσα από την πιθανή διακοπή της ροής μέσω Ουκρανίας περιλαμβάνουν την Αυστρία, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την προμήθεια αερίου μέσω της Ουκρανίας, καθώς και την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, όπου το ρωσικό αέριο καλύπτει περίπου τα 2/3 των ενεργειακών τους αναγκών, καθώς και την Ιταλία. Αντίθετα, η Τσεχία έχει ήδη σταματήσει εντελώς τις εισαγωγές ρωσικού αερίου από πέρυσι.
Ουκρανικές αντιδράσεις
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Ουκρανίας Β. Ζελένσκι δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν θα επιτρέψει τη διέλευση ρωσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας μετά τη λήξη της συμφωνίας, ισχυριζόμενος ότι η Μόσχα χρηματοδοτεί τον πόλεμο εναντίον της χώρας του με τα έσοδα αυτά. Αν και έχει εκφράσει πρόθεση να δειρωθεί η δυνατότητα μεταφοράς φυσικού αερίου από χώρες εκτός Ρωσίας, αυτό ενδεχομένως να καθιστούσε το δίκτυο αγωγών της Ουκρανίας στόχο για ρωσικές επιθέσεις, κάτι που δεν συνέβαινε όσο οι αγωγοί μετέφεραν ρωσικό αέριο. Αντικρούοντας τις δηλώσεις του Σλοβάκου πρωθυπουργού, ο Ζελένσκι κατηγόρησε τον Φίτσο ότι ανοίγει ένα δεύτερο ενεργειακό μέτωπο κατά της Ουκρανίας κατ’ εντολή της Ρωσίας.
Αυξανόμενη ανησυχία στην Ευρώπη
Η ενεργειακή κατάσταση στην Ευρώπη προκαλεί σοβαρό προβληματισμό. Αν και τα αποθέματα αερίου στην ΕΕ βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο 75% της χωρητικότητας, αυτό ενδέχεται να δημιουργήσει προκλήσεις για τους μήνες που απομένουν της περιόδου θέρμανσης, καθώς και για τις προσπάθειες αναπλήρωσης των αποθεμάτων για το 2025.
Επιπλέον, η αστάθεια της αγοράς του φυσικού αερίου υπολογίζεται ότι θα συνεχιστεί, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι τιμές για τα συμβόλαια του καλοκαιριού του 2025 είναι πιο υψηλές από αυτές του χειμώνα 2025-26. Αυτή η ασυνήθιστη εξέλιξη τιμολόγησης καθιστά πιο κοστοβόρα την αναγκαία αναπλήρωση των αποθεμάτων για την επόμενη περίοδο θέρμανσης.