Στο επίκεντρο της δικαστικής διαμάχης βρέθηκαν εκ νέου οι βουλευτές των «Σπαρτιατών», καθώς το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ) εξέτασε τις ενστάσεις που αμφισβητούν το κύρος της ανακήρυξής τους και επιδιώκουν την ακύρωση της σχετικής απόφασης 174/2023 του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Η υπόθεση, η οποία αφορά την εκλογή των βουλευτών του συγκεκριμένου κόμματος, προκαλεί έντονο ενδιαφέρον λόγω των προεκτάσεών της και των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν.
Οι προσφυγές βασίζονται στον ισχυρισμό ότι η ανακήρυξη των βουλευτών αποτελεί άμεση συνέπεια της ανακήρυξης του συνδυασμού «Σπαρτιάτες», η οποία χαρακτηρίζεται ως παράνομη. Ο πυρήνας της αμφισβήτησης έγκειται στην καταγγελία ότι η ουσιαστική ηγεσία του κόμματος αποδίδεται στον Ηλία Κασιδιάρη, τον καταδικασμένο για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση «Χρυσή Αυγή». Οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι η σύνδεση αυτή καθιστά την εκλογή των βουλευτών άκυρη.
Ειδικότερα, εξετάστηκε η ένσταση του εκλογέα Κωνσταντίνου Παπαστεργίου, η οποία στρέφεται κατά του αρχηγού των «Σπαρτιατών» Βασίλη Στίγκα, του βουλευτή Β’ Θεσσαλονίκης Πέτρου Δημητριάδη, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει νομικός σύμβουλος του Ηλία Κασιδιάρη, καθώς και κατά της αναπληρωματικής βουλευτού Β ́ Θεσσαλονίκης Ακριβής Πετροπούλου. Η ένσταση αυτή εστιάζει στον ρόλο και την επιρροή του Ηλία Κασιδιάρη στην εκλογή των συγκεκριμένων προσώπων.
Παράλληλα, συζητήθηκε και η δεύτερη ένσταση, η οποία κατατέθηκε από τους Δημήτρη Παράβολο και Φιλάνθη Αυραμέα και στρέφεται κατά του βουλευτή Β ́ Πειραιά των «Σπαρτιατών» Αλέξανδρου Ζερβέα, καθώς και κατά της απόφασης 174/2023 του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, στο μέρος που αφορά την ανακήρυξη των βουλευτών. Και σε αυτή την περίπτωση, η αμφισβήτηση επικεντρώνεται στον τρόπο με τον οποίο επηρεάστηκε η εκλογική διαδικασία.
Ο νομικός εκπρόσωπος του πρώτου προσφεύγοντα, Γιάννης Κουτσούκος, τόνισε στην αγόρευσή του ότι ο Βασίλης Στίγκας, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου αλλά και μετά την εκλογή, παραδέχθηκε την επιδραστικότητα του Ηλία Κασιδιάρη στην εκλογή του κόμματός του. Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί κεντρικό σημείο της επιχειρηματολογίας των προσφευγόντων.
Από την πλευρά του, ο Βασίλης Στίγκας είχε δηλώσει: «Γίνεται πολύς λόγος για τις δηλώσεις Κασιδιάρη ότι μας στήριξε. Τον άνθρωπο αυτόν δεν τον γνωρίζω αλλά δεν είμαι αγνώμων. Είπα ένα ευχαριστώ δημόσια. Θα το έλεγα σε οποιονδήποτε. Από πού προέκυψε ότι όλες αυτές οι ψήφοι ήρθαν από τον Κασιδιάρη;». Η δήλωση αυτή αποτέλεσε αντικείμενο ανάλυσης και ερμηνείας κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας.
Ο βουλευτής των Σπαρτιατών στη Θεσσαλονίκη, Πέτρος Δημητριάδης, υποστήριξε ότι «για πρώτη φορά ζητείται η αποβολή ενός κόμματος από το κοινοβούλιο» και απέρριψε τις αιτιάσεις που διατυπώνονται στις προσφυγές. Η υπεράσπιση των βουλευτών των Σπαρτιατών βασίστηκε στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και στην ελεύθερη έκφραση της βούλησης των ψηφοφόρων.
Η δικηγόρος της αναπληρωματικής βουλευτού Β ́ Θεσσαλονίκης των Σπαρτιατών Ακριβής Πετροπούλου, Βάσω Πανταζή, ζήτησε την απόρριψη των προσφυγών ως απαράδεκτων, υποστηρίζοντας ότι «Σας ζητούν να θεσπίσετε ένα συλλογικό κόλλημα εκλογιμότητας. Τα κολλήματα εκλογιμότητας αναφέρονται περιοριστικά και απαγορεύεται να επεκταθούν και να δημιουργηθούν νέα. Άρα η προσφυγή είναι απαράδεκτη». Η επιχειρηματολογία αυτή εστιάζει στους νομικούς περιορισμούς και στην ανάγκη να μην δημιουργηθούν νέα εμπόδια στην εκλογιμότητα των πολιτών.
Η αναφορά της δικηγόρου σχετικά με τους πολίτες του πατριωτικού χώρου «που δεν ξεπερνούν τους 500» προκάλεσε την αντίδραση του προέδρου του ΑΕΔ Μιχάλη Πικραμένου, ο οποίος τόνισε: «Να σας θυμίσω ότι όλοι οι Έλληνες αγαπάμε την πατρίδα μας. Δεν είναι προνόμιο κάποιων». Η παρέμβαση του προέδρου υπογραμμίζει την ανάγκη σεβασμού των δημοκρατικών αρχών και της ισότητας όλων των πολιτών.
Στη συζήτηση παρενέβη και ο Κωνσταντίνος Μποτόπουλος, ο οποίος εκπροσωπεί τον δεύτερο εκλογέα που προσέφυγε κατά της εκλογής των Σπαρτιατών. «Δεν στρεφόμαστε κατά κόμματος αλλά προσώπου σε συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια… Το κόλλημα για το οποίο μιλάμε είναι η εκλογική παραβίαση σχετική με τη διενέργεια των εκλογών» ανέφερε ο κ. Μποτόπουλος, διευκρινίζοντας ότι η προσφυγή εστιάζει σε συγκεκριμένες παραβιάσεις της εκλογικής διαδικασίας και όχι στην πολιτική ιδεολογία του κόμματος.