Το Υπουργείο Πολιτισμού προχωράει σε ένα πρωτοποριακό έργο ανάδειξης του μοναδικού αρχαιολογικού ευρήματος των «Δεσμωτών του Φαλήρου», δίπλα στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ). Μια μόνιμη έκθεση δημιουργείται εντός ειδικού προστατευτικού μουσειακού κελύφους, με στόχο να φωτίσει ένα ιστορικό κομμάτι της αρχαίας Αθήνας.
Η Ανάδειξη των «Δεσμωτών» στην Εσπλανάδα του Φαλήρου
Το σημαντικό εύρημα των «Δεσμωτών», που χρονολογείται, σύμφωνα με τους ανασκαφείς, στην ταραχώδη περίοδο του β’ μισού του 7ου αιώνα π.Χ., αποτελεί ένα εξέχον αρχαιολογικό εύρημα παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Το έργο ανάδειξης εξελίσσεται εντός χρονοδιαγράμματος, με προϋπολογισμό 6.500.000 ευρώ, χρηματοδοτούμενο από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η Υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δήλωσε: «Το σημαντικό εύρημα των Δεσμωτών του Φαλήρου αφορά στην ομαδική ταφή ανθρώπινων σκελετών η οποία εντοπίστηκε, τον Μάρτιο του 2016, στο πλαίσιο κατασκευής του έργου ανέγερσης του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Η εκτέλεση των “Δεσμωτών”, σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα, έγινε επί τόπου. Τα άτομα ετάφησαν αλυσοδεμένα, καθώς σκελετοί φέρουν ακόμα τα μεταλλικά δεσμά τους.»
Η υπουργός τόνισε την ανάγκη προστασίας του ευρήματος: «Από το 2016 ως το 2020, δεν διασφαλίστηκε επαρκώς η προστασία του ευρήματος, με αποτέλεσμα μέρος του να χαθεί. Το 2020, προκειμένου να προστατευθεί, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το εύρημα, αποφασίστηκε η προσωρινή απόσπασή του και η επανατοποθέτησή του στην ίδια ακριβώς θέση, μετά την εξυγίανση του εδάφους.»
Το μόνιμο κέλυφος, το οποίο κατασκευάζεται, εντάσσεται αρμονικά στη διαμορφωμένη Εσπλανάδα, προσφέροντας βέλτιστη θέαση και κατανόηση του ευρήματος στους επισκέπτες. Η μουσειακή υποδομή σχεδιάστηκε για να είναι καθολικά προσβάσιμη, ενώ ο νοηματικός και χωρικός σχεδιασμός της έκθεσης προσαρμόζεται στις ιδιαιτερότητες της κατά χώραν διατήρησης και ανάδειξης του μνημείου.
Μουσειολογική Προσέγγιση και Χώρος Έκθεσης
Η μουσειολογική και μουσειογραφική προσέγγιση εστιάζει στον αρχαιολογικό χώρο ως ιστορικό τόπο, αναδεικνύοντας τη μοναδική ιστορική σημασία του ευρήματος. Η κατά χώραν έκθεση των σκελετικών καταλοίπων αποτελεί σπάνια περίπτωση στον ελλαδικό χώρο.
Το υπό κατασκευή κτήριο καλύπτει περίπου 920 τ.μ., με λιτή μορφή και διακριτή ταυτότητα. Οι επισκέπτες οδηγούνται καθοδικά προς τον ημιυπαίθριο κυλινδρικό χώρο, ο οποίος βυθίζεται σταδιακά. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός έχει στόχο τη δημιουργία ενός χώρου που προσκαλεί τον επισκέπτη να ενημερωθεί για τα ανασκαφικά ευρήματα και να προετοιμαστεί για την ορθή ανάγνωση της ομαδικής ταφής.
Στον υπόγειο χώρο, τα σκελετικά κατάλοιπα, σε στάθμη -3.75 μ., θα είναι ορατά μέσω μεγάλων υαλόφρακτων ανοιγμάτων. Ο χώρος των σκελετών δεν είναι επισκέψιμος από το κοινό, απαιτώντας ελεγχόμενες συνθήκες για την προστασία τους.
Θεματικές Ενότητες και Ερμηνευτικό Υλικό
Η αφηγηματική ροή της έκθεσης περιλαμβάνει τις ακόλουθες θεματικές ενότητες:
-
Πρόσβαση/είσοδος: Ενημέρωση για το ευαίσθητο θέμα των ανθρώπινων καταλοίπων και των βιαιοθανάτων, όπου ο επισκέπτης μπορεί να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει την επίσκεψή του, εξασφαλίζοντας συνειδητή επιλογή.
-
Ανάβαση/έξοδος: Ο επισκέπτης ακολουθεί την αντίστροφη, ανοδική πορεία στον χώρο και στον χρόνο, προκειμένου να κατανοήσει την ιστορική εξέλιξη.
Συνοδευτικό εποπτικό υλικό προσφέρει πληροφορίες και ερμηνευτικές κατευθύνσεις, αξιοποιώντας πλήθος συμβατικών και ψηφιακών μέσων. Αυτά περιλαμβάνουν κείμενα, φωτογραφίες, σχέδια, χάρτες, αναπαραστάσεις, γραφιστικά και διαδραστικές εφαρμογές, εμπλουτίζοντας την εμπειρία του επισκέπτη.
Ιστορικό Ανασκαφών και Διαχείρισης των Ευρημάτων
Ο Φαληρικός όρμος, το πρώτο λιμάνι της αρχαίας Αθήνας, φιλοξένησε το μεγαλύτερο γνωστό νεκροταφείο της πόλης, από τον 8ο έως τον 4ο αιώνα π.Χ. Σε έκταση 70 στρεμμάτων, έχουν ερευνηθεί 11 στρέμματα, αποκαλύπτοντας 1.920 ταφές με 2.087 άτομα, τα περισσότερα χρονολογούμενα στην αρχαϊκή περίοδο.
Ο μεγάλος αριθμός και η ποικιλία των φαληρικών ταφών (συνήθεις και «αποκλίνουσες», καύσεις, ταφές ζώων) απεικονίζουν τις συνθήκες διαβίωσης όλων των οικονομικών τάξεων της αθηναϊκής κοινωνίας. Περίπου το 10,7% των ενταφιασμένων, δηλαδή 229 άτομα, ανήκουν στην κατηγορία των βιαιοθανάτων (κατάγματα, ακρωτηριασμοί, σιδερένια δεσμά), καθιστώντας το νεκροταφείο πιθανή τοποθεσία ταφής εκείνων που καταδικάστηκαν σε θάνατο.
Οι πρώτες έρευνες ξεκίνησαν το 1863, ακολουθούμενες από σωστικές ανασκαφές το 1911 και το 1915. Σημαντικό εύρημα υπήρξε το «Κοινοτάφιο Σιδεροδέτων» με 18 εκτελεσθέντες, που τεκμηρίωσε τον τρόπο εκτέλεσης των καταδικασμένων με αποτυμπανισμό. Το 1925, η δημιουργία του ιπποδρόμου και η κήρυξη της περιοχής ως δημόσιας συνέβαλαν στην προστασία των αρχαιοτήτων.
Η νέα περίοδος ανασκαφών (2009-2016), με την κατασκευή του ΚΠΙΣΝ, έφερε στο φως το εντυπωσιακό εύρημα των 79 «Δεσμωτών» στην Εσπλανάδα. Άνδρες αλυσοδεμένοι, με θανατηφόρα χτυπήματα στο κεφάλι, συνδέονται με την περίοδο πολιτικών αναταραχών από τον πρώιμο 7ο έως τον 6ο αιώνα π.Χ.
Το 2016, αποφασίστηκε η κατά χώραν διατήρηση και ανάδειξη των ευρημάτων. Το 2020, λόγω προβλημάτων συντήρησης, εγκρίθηκε η προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτηση των ευρημάτων. Από το 2020-2023, εγκρίθηκαν οι μελέτες για την κατασκευή του χώρου μόνιμης προστασίας, με το έργο να αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2026 από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού.