Ένα ακόμη περιστατικό κλιμακούμενης ενδοοικογενειακής βίας συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία, αναδεικνύοντας τη σκοτεινή πλευρά πίσω από την «τέλεια» εικόνα των social media και υπογραμμίζοντας την κρίσιμη ανάγκη για αποτελεσματική προστασία των θυμάτων. Η υπόθεση του Κορωπίου, όπου μια 40χρονη μητέρα νοσηλεύεται διασωληνωμένη και ο σύντροφός της αντιμετωπίζει κατηγορίες για απόπειρα ανθρωποκτονίας, λειτουργεί ως ηχηρό καμπανάκι για την υποβόσκουσα βία που συχνά παραμένει αόρατη.
Η Υπόθεση: Απόπειρα Ανθρωποκτονίας και Βία κατά Ανήλικου
Συγκεκριμένα, το απόγευμα της Πέμπτης, στο Κορωπί, ένας 50χρονος άνδρας προέβη σε βάναυση κακοποίηση της 40χρονης συντρόφου του, μητέρας των παιδιών τους. Η σοβαρότητα των χτυπημάτων οδήγησε τις αρχές στην άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του για απόπειρα ανθρωποκτονίας.
Εκτός από την επίθεση στην σύντροφό του, ο κατηγορούμενος φέρεται να προκάλεσε σωματική βλάβη και σε ένα από τα παιδιά του, πιθανότατα την ώρα που προσπάθησε να προστατεύσει τη μητέρα του. Αυτή η παράμετρος προσθέτει ένα ακόμη επίπεδο τραγωδίας στην υπόθεση, καθώς η βία διαχέεται και στα πιο ευάλωτα μέλη της οικογένειας.
Η 40χρονη νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση, διασωληνωμένη, στον «Ερυθρό Σταυρό», ενώ τα παιδιά της οικογένειας έχουν μεταφερθεί στο νοσοκομείο «Παίδων», εν αναμονή αποφάσεων σχετικά με την επιμέλειά τους.
Η Ψευδαίσθηση της «Τέλειας Οικογένειας» και η Υποκείμενη Πραγματικότητα
Ανάλυση: Όπως συχνά συμβαίνει σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, η δημόσια εικόνα του ζευγαριού ήταν εντελώς διαφορετική από την πραγματικότητα. Φωτογραφίες από διακοπές και «διάπλατα χαμόγελα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιουργούσαν την εντύπωση μιας «τέλειας οικογένειας». Ωστόσο, πίσω από τις κλειστές πόρτες, η κατάσταση ήταν δραματικά διαφορετική.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, η 40χρονη, καταγωγής Λιθουανίας, αντιμετωπιζόταν ως «η Ρωσίδα της γειτονιάς», μια φράση που, στην εκτίμηση του συντάκτη, υποδηλώνει μια διάσταση περιθωριοποίησης ή και ξενοφοβίας, η οποία μπορεί να επιδείνωσε την ευάλωτη θέση της. Παρ’ όλο που τα δύο παιδιά τους αναγνωρίζονταν από τον πατέρα, το ζευγάρι δεν είχε παντρευτεί, στοιχείο που μπορεί να επηρεάζει την νομική και κοινωνική τους θέση σε بعض περιπτώσεις.
Προηγούμενα Περιστατικά και η Άρνηση της Θύματος να Καταγγείλει
Οικογενειακοί φίλοι αποκάλυψαν ότι ο 50χρονος παρουσίαζε αντικοινωνική συμπεριφορά με ιστορικό προβλημάτων βίας σε βάρος της συντρόφου και των παιδιών του. Πληροφορίες του Mega αναφέρουν ότι:
- Πριν από δύο χρόνια, είχε γίνει καταγγελία από την σπιτονοικοκυρά του ζευγαριού.
- Παρά την καταγγελία, η 40χρονη δεν θέλησε να ασκήσει ποινική δίωξη εναντίον του συντρόφου της, με αποτέλεσμα να μην απαγγελθούν κατηγορίες.
- Υπήρχε κακοποιητική συμπεριφορά σε βάρος της 40χρονης εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς ωστόσο οι γείτονες να γνωρίζουν το παραμικρό.
Ανάλυση: Η επανειλημμένη άρνηση θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας να προχωρήσουν σε καταγγελίες είναι ένα κοινό και σύνθετο φαινόμενο. Πρόκειται για μια δυναμική που συχνά οφείλεται στον κύκλο της βίας, στον φόβο περαιτέρω αντιποίνων, στην οικονομική εξάρτηση, στην κοινωνική απομόνωση ή ακόμη και στην ψευδή ελπίδα αλλαγής της συμπεριφοράς του θύτη. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για διευρυμένη υποστήριξη και εκπαίδευση, όχι μόνο για τα θύματα αλλά και για το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, ώστε να αναγνωρίζονται και να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά τα σημάδια της βίας.
Ευρύτερο Πλαίσιο: Η Επίμονη Μάστιγα της Ενδοοικογενειακής Βίας
Το περιστατικό στο Κορωπί είναι ένα ακόμη επεισόδιο στη μακρά αλυσίδα ενδοοικογενειακής βίας που πλήττει την Ελλάδα και τον κόσμο. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας παρουσιάζουν ανησυχητική αύξηση, ιδίως μετά την περίοδο της πανδημίας. Η Ελλάδα έχει κυρώσει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (του 2011), η οποία αποτελεί ένα νομικά δεσμευτικό κείμενο για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, απαιτώντας από τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν ολοκληρωμένες πολιτικές. Παρ’ όλα αυτά, η εφαρμογή και η αποτελεσματικότητα των μέτρων παραμένουν πρόκληση.
Είναι σαφές ότι απαιτείται όχι μόνο αυστηροποίηση των ποινών, αλλά και ενίσχυση των δομών υποστήριξης (ξενώνες, τηλεφωνικές γραμμές βοήθειας), εκπαιδευτικά προγράμματα για την ευαισθητοποίηση του κοινού, αλλά και επιμόρφωση των αρχών επιβολής του νόμου για την αναγνώριση και ορθή διαχείριση τέτοιων περιπτώσεων. Η σιωπή της γειτονιάς στην εν λόγω περίπτωση είναι ενδεικτική της ανάγκης για ενεργοποίηση και αφύπνιση της κοινωνίας.
