Μια συνέντευξη του Τζον Λένον, η οποία θεωρούνταν χαμένη, ήρθε ξανά στο φως, αποκαλύπτοντας τις βαθιές ανησυχίες του θρυλικού μουσικού για την παρακολούθηση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Το εύρημα αυτό προσφέρει μια μοναδική ματιά στην ψυχοσύνθεση του Λένον κατά τη διάρκεια μιας ταραχώδους περιόδου της ζωής του και φωτίζει τις πιέσεις που δεχόταν λόγω του ακτιβισμού του.
Η χαμένη συνέντευξη και η ανακάλυψή της
Η συνέντευξη δόθηκε πριν από περίπου 50 χρόνια στον τότε 24χρονο ραδιοφωνικό παραγωγό Νίκι Χορν, για λογαριασμό του Capital Radio του Λονδίνου. Ο Χορν, ανερχόμενος DJ της εποχής, είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον Λένον στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη. Αν και τμήματα της συνέντευξης μεταδόθηκαν το 1975, οι πρωτότυπες κασέτες παρέμεναν χαμένες για δεκαετίες. Πρόσφατα, ο Χορν τις ανακάλυψε σε ένα σκονισμένο κουτί στο σπίτι του, αναγνωρίζοντας αμέσως την αξία τους ως «χρυσόσκονη» της μουσικής ιστορίας.
Αυτές οι κασέτες μεταδίδονται σήμερα, παραμονή των 85ων γενεθλίων του τραγουδοποιού, από το Boom Radio, σε ειδικό αφιέρωμα.
Ο φόβος της Παρακολούθησης: «Το τηλέφωνό μου παρακολουθείται»
Ένα από τα πλέον συγκλονιστικά σημεία της συνέντευξης είναι η εκφρασμένη ανησυχία του Τζον Λένον ότι το τηλέφωνό του παρακολουθούνταν. Ο ίδιος είχε μηνύσει στο παρελθόν την κυβέρνηση Νίξον για παράνομες τηλεφωνικές παρακολουθήσεις και επιτήρηση, στο πλαίσιο της μάχης του να αποφύγει την απέλαση από τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «The Guardian», ο Λένον ήταν πεπεισμένος ότι βρισκόταν υπό παρακολούθηση λόγω του αντιπολεμικού του ακτιβισμού.
Χαρακτηριστικά, ο Λένον περιγράφει στον Χορν πώς μπορούσε να ξεχωρίσει μια «κανονική κλήση» από μια ύποπτη:
- Όταν σήκωνε το ακουστικό χωρίς θορύβους, θεωρούσε την κλήση φυσιολογική.
- Αν υπήρχαν πολλοί θόρυβοι, υποψιαζόταν έντονα την παρεμβολή.
Πρόσθετα, ανέφερε, αν και δεν μπορούσε να το αποδείξει τότε, ότι γίνονταν συνεχώς εργασίες επισκευής στο υπόγειο του εμβληματικού κτιρίου Ντακότα, όπου διέμενε, ενισχύοντας τις υποψίες του για παράνομες δραστηριότητες.
Ανάλυση: Το πολιτικό πλαίσιο και οι επιπτώσεις του ακτιβισμού
Οι ανησυχίες του Τζον Λένον δεν ήταν αβάσιμες. Κατά τη δεκαετία του ’70, η κυβέρνηση των ΗΠΑ, και ειδικά επί προεδρίας Νίξον, εφάρμοζε συστηματικές παρακολουθήσεις ακτιβιστών, διανοουμένων και προσωπικοτήτων που θεωρούσε απειλή για την εθνική ασφάλεια ή την πολιτική της ατζέντα. Ο αντιπολεμικός αγώνας του Λένον, ιδίως κατά του Πολέμου του Βιετνάμ, τον είχε καταστήσει persona non grata για το κατεστημένο. Η προσπάθεια απέλασής του και οι δικαστικές του μάχες αποτελούν ιστορικό τεκμήριο αυτής της αντιπαράθεσης.
Συγκριτική προσέγγιση: Η περίπτωση του Λένον δεν είναι μεμονωμένη. Έχουν υπάρξει πολυάριθμες αναφορές και τεκμηριωμένες υποθέσεις παρακολούθησης διάσημων προσωπικοτήτων από κυβερνητικούς φορείς παγκοσμίως, φαινόμενο που επανέρχεται στο προσκήνιο με τις σύγχρονες ανησυχίες για την ψηφιακή παρακολούθηση και την προστασία προσωπικών δεδομένων. Αυτό καταδεικνύει μια διαχρονική ένταση μεταξύ κρατικής εξουσίας και δικαιωμάτων των πολιτών.
«Walls and Bridges»: Ένας δίσκος που παραλίγο να μην κυκλοφορήσει
Πέρα από τις πολιτικές του ανησυχίες, η συνέντευξη ρίχνει φως και στην καλλιτεχνική του διαδικασία. Ο Λένον αποκάλυψε ότι αρχικά ήθελε «απλώς να πετάξει» το τέταρτο σόλο άλμπουμ του, Walls and Bridges. Οι φίλοι του, ωστόσο, τον έπεισαν να μην το κάνει. Αυτή η πληροφορία υπογραμμίζει την αμφιθυμία και τις εσωτερικές πιέσεις που βίωνε ο καλλιτέχνης, ακόμη και στη δημιουργική του πορεία, ενδεχομένως επηρεασμένος από το ταραχώδες προσωπικό και πολιτικό του περιβάλλον.
Αποτίμηση: Η αποκάλυψη αυτής της συνέντευξης δεν αποτελεί απλώς ένα ιστορικό εύρημα. Είναι μια υπενθύμιση ότι η τέχνη και ο ακτιβισμός μπορούν να διασταυρωθούν με απρόβλεπτους τρόπους, συχνά θέτοντας τους καλλιτέχνες αντιμέτωπους με ισχυρές πολιτικές δυνάμεις. Η φωνή του Λένον, ακόμη και από το παρελθόν, συνεχίζει να εμπνέει συζητήσεις για την ελευθερία λόγου και την ιδιωτικότητα.