Βαλτικές χώρες και Πολωνία: «Οι συναλλαγές Μέρκελ-Πούτιν προκάλεσαν τον πόλεμο»

Οι πρόσφατες δηλώσεις της Άνγκελα Μέρκελ σχετικά με τις απόπειρες διαλόγου με τον Βλαντιμίρ Πούτιν πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, οδηγώντας σε μια νέα συζήτηση για την προπολεμική διπλωματία και τις σχέσεις Ευρώπης-Ρωσίας. Η πρώην Καγκελάριος της Γερμανίας βρέθηκε στο επίκεντρο κριτικής, ιδίως από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες θεωρούν ότι η τότε στάση της, αλλά και οι σημερινές της τοποθετήσεις, υποτιμούν τον κίνδυνο και ενδεχομένως δικαιώνουν τη ρωσική επιθετικότητα. Γιατί όμως οι δηλώσεις αυτές αναζωπυρώνουν τις διαφωνίες και τι λένε για το παρελθόν και το μέλλον των ευρω-ρωσικών σχέσεων;

Οι επίμαχες δηλώσεις της Μέρκελ και η απόρριψη του διαλόγου

Η Άνγκελα Μέρκελ, σε συνέντευξή της στο ουγγρικό αντιπολιτευόμενο μέσο Partizán, αποκάλυψε παρασκήνια των προσπαθειών της για διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με τη Ρωσία. Συγκεκριμένα, δήλωσε ότι τον Ιούνιο του 2021 διέκρινε πως ο Πούτιν δεν τηρούσε πλέον τη συμφωνία του Μινσκ και, γι’ αυτό, επιθυμούσε έναν «νέο τύπο διαλόγου» μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ρώσου Προέδρου. Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια, αυτή η πρωτοβουλία δεν υποστηρίχθηκε.

Χαρακτηριστικά ανέφερε:

  • «Τον Ιούνιο του 2021 ένιωσα ότι ο Πούτιν δεν έπαιρνε πλέον στα σοβαρά τη συμφωνία του Μινσκ. Γι’ αυτό ήθελα μια νέα μορφή διαλόγου όπου, ως Ευρωπαϊκή Ένωση, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε απευθείας μαζί του».
  • «Δεν υποστηρίχθηκε από ορισμένους. Ήταν κυρίως οι Βαλτικές χώρες, αλλά και η Πολωνία, καθώς φοβήθηκαν ότι δεν θα υπήρχε κοινή πολιτική έναντι της Ρωσίας. Έπειτα έφυγα από την εξουσία. Και τότε ξεκίνησε η επιθετικότητα του Πούτιν».

Μετά την αποχώρησή της από την εξουσία, και λίγο πριν την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, οι ανησυχίες της Μέρκελ επιβεβαιώθηκαν με τον πλέον δραματικό τρόπο.

Η οργισμένη απάντηση της Ανατολικής Ευρώπης

Οι δηλώσεις της πρώην Γερμανίδας Καγκελαρίου προκάλεσαν άμεση και σφοδρή αντίδραση από τις χώρες της Βαλτικής και την Πολωνία. Αυτές οι χώρες, έχοντας βιώσει ιστορικά τη ρωσική επιρροή και απειλή, εκφράζουν σταθερά την ανησυχία τους για την προσέγγιση της Δυτικής Ευρώπης προς τη Ρωσία.

Ο Ματέους Μοραβιέτσκι, πρώην πρωθυπουργός και νυν αντιπρόεδρος του πολωνικού κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), δήλωσε χαρακτηριστικά στο Χ: «Η Άνγκελα Μέρκελ, με αυτή τη σκέψη της, απέδειξε ότι είναι ανάμεσα στις πιο επιζήμιες Γερμανίδες πολιτικούς του περασμένου αιώνα».

Στο ίδιο πνεύμα και ο Πολωνός ευρωβουλευτής του PiS, Βαλντεμάρ Μπούντα, υποστήριξε ότι η προσπάθεια της Μέρκελ να διαπραγματευτεί ξανά με τον Πούτιν «πιθανότατα θα οδηγούσε στη διαίρεση της Ουκρανίας». Πρόσθεσε δε, με νόημα: «Δεν καταλαβαίνουν ότι με τις συναλλαγές τους με τον Πούτιν προκάλεσαν τον πόλεμο!»

Η Καταρζίνα Πεουτσίνσκα-Ναλέντς, πρώην πρέσβης της Πολωνίας στη Μόσχα και νυν υπουργός Περιφερειακής Πολιτικής (προερχόμενη από το κεντρώο κόμμα Poland 2050), σχολίασε επίσης: «Το να υπονοείς ότι ο πόλεμος οφείλεται στο ότι κάποιος δεν κάθισε έγκαιρα στο τραπέζι με τη Ρωσία ή δεν υποκλίθηκε αρκετά στο Κρεμλίνο είναι παράλογο. Θα ήταν ακόμη χειρότερα».

Ανάλυση: Διπλωματία vs. Αποτροπή – Μια διαρκής ευρωπαϊκή διχογνωμία

Οι δηλώσεις της Μέρκελ αναδεικνύουν μια θεμελιώδη διαφορά στην ευρωπαϊκή προσέγγιση έναντι της Ρωσίας, μια διαφορά που έχει βαθιές ρίζες στον Ψυχρό Πόλεμο και την πρόσφατη ιστορία. Από τη μία πλευρά, χώρες όπως η Γερμανία (επί Μέρκελ) και η Γαλλία, τόνιζαν την ανάγκη για διατήρηση διαύλων επικοινωνίας και διαλόγου με τη Μόσχα, πιστεύοντας ότι αυτό μπορούσε να αποτρέψει την κλιμάκωση ή τουλάχιστον να διασφαλίσει μια ελάχιστη σταθερότητα. Αυτή η προσέγγιση συχνά βασιζόταν στην ιδέα της «μετατροπής μέσω του εμπορίου» (Wandel durch Handel), μια φιλοσοφία που προωθούσε την οικονομική συνεργασία ως μέσο για πολιτική σταθεροποίηση.

Από την άλλη πλευρά, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής, με την ιστορική μνήμη της σοβιετικής κατοχής και επιρροής νωπή, έβλεπαν κάθε προσπάθεια συμβιβασμού ή «διαλόγου» με τη Ρωσία ως ενθάρρυνση της επεκτατικής της πολιτικής. Για αυτές, η μόνη αποτελεσματική στρατηγική ήταν η ισχυρή αποτροπή, η καθαρή στάση και η απουσία οποιασδήποτε υποχώρησης που θα μπορούσε να εκληφθεί ως αδυναμία. Η ανησυχία τους ότι η Γερμανία και η Γαλλία θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μια «ξεχωριστή» πολιτική έναντι της Ρωσίας, υπονομεύοντας την ενιαία ευρωπαϊκή στάση, ήταν πάντα παρούσα.

Στην εκτίμηση του αρθρογράφου: Οι δηλώσεις της Μέρκελ, αν και εκ των υστέρων, δεν δικαιολογούν την ρωσική επιθετικότητα. Αντιθέτως, υπογραμμίζουν την πολυπλοκότητα των αποφάσεων που λαμβάνονταν σε ένα προπολεμικό κλίμα, όπου διαφορετικές οπτικές γωνίες για την αντιμετώπιση ενός αυταρχικού καθεστώτος συγκρούονταν. Το περιστατικό φέρνει στην επιφάνεια επίσης την τρέχουσα ένταση στην περιοχή, καθώς πρόσφατα αναφορές κάνουν λόγο για παραβιάσεις του εναέριου χώρου των βαλτικών χωρών από ρωσικά drones, γεγονός που ερμηνεύεται ως δοκιμή των αντανακλαστικών του ΝΑΤΟ.

Μια ιστορική αναδρομή: Ρωσία και Ενέργεια – Ο γόρδιος δεσμός

Για πολλά χρόνια, η Γερμανία ειδικότερα, αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είχαν αναπτύξει στενούς ενεργειακούς δεσμούς με τη Ρωσία, με αποκορύφωμα τη δημιουργία του αγωγού Nord Stream 2. Αυτή η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο αποτέλεσε έναν κρίσιμο παράγοντα στην εξωτερική πολιτική της Γερμανίας και συχνά επικρίθηκε από το PiS της Πολωνίας και άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες ως στρατηγικό σφάλμα που έδινε στη Μόσχα σημαντικό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα. Η άρνηση απευθείας διαλόγου, όπως περιγράφεται από τη Μέρκελ, αντανακλά την βαθιά δυσπιστία αυτών των χωρών έναντι της πιθανότητας η Ρωσία να χρησιμοποιήσει τέτοιους διαύλους για να διαιρέσει την Ευρώπη ή να εδραιώσει την επιρροή της.

Η σημερινή γεωπολιτική κατάσταση, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να συνεχίζεται, δικαιώνει εκ των υστέρων τις προειδοποιήσεις των χωρών που έβλεπαν τη Ρωσία ως μια αναθεωρητική δύναμη. Η συζήτηση για την προπολεμική διπλωματία δεν αφορά μόνο το παρελθόν, αλλά διαμορφώνει και τις στρατηγικές του μέλλοντος για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και την ενότητα απέναντι στις προκλήσεις.

δειτε ακομα

δειτε ακομα