Η ιστορία ζωντανεύει ξανά στην οθόνη μας! 58 χρόνια μετά το «σφράγισμα» της περιβόητης Τρούμπας του Πειραιά από τη Χούντα, η νέα σειρά του Alpha «Porto Leone» υπόσχεται να μας μεταφέρει στην ατμόσφαιρα των κόκκινων φώτων της εποχής. Μια εποχή γεμάτη πάθη, μυστήριο και κρυμμένες ιστορίες, που έσβησαν άδοξα τον Σεπτέμβριο του 1967.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό το τηλεοπτικό ταξίδι, συνομιλήσαμε με τον Δημήτρη Σέρφα, έναν από τους πρωταγωνιστές της σειράς. Ο Δημήτρης υποδύεται τον γιο του αρχιμαφιόζου της Τρούμπας και αποκάλυψε μια ενδιαφέρουσα σύνδεση μεταξύ του «Porto Leone» και του Ολυμπιακού, καθώς φόρεσε τη φανέλα της αγαπημένης ομάδας του Πειραιά για τις ανάγκες του ρόλου του.
Ποδόσφαιρο και προσωπική σχέση:
Σε επίπεδο real life βλέπεις ποδόσφαιρο; Υποστηρίζεις κάποια ομάδα ή παίζεις ο ίδιος; Κι αν ναι τι θέση και ποιος είναι ο αγαπημένος παίκτης σου;
«Στο παρελθόν ήμουν ιδιαίτερα φανατικός με τον Ολυμπιακό, δεν χάναμε ματς μαζί με την παρέα μου, όμως πλέον δεν παρακολουθώ συστηματικά ποδόσφαιρο. Παρ’ όλα αυτά, το ξαναζώ μέσα από την αγάπη που έχει κολλητός μου για το άθλημα, και έτσι μερικές φορές το ποδόσφαιρο έρχεται ξανά στην καθημερινότητά μου. Σαν παίκτης έπαιζα ερασιτεχνικά, κυρίως σε αμυντικές θέσεις. Αγαπημένος μου ποδοσφαιριστής ήταν ο Carles Puyol, κυρίως λόγω του ήθους και του παραδείγματός του ως επαγγελματίας και άνθρωπος.»
Η φανέλα του Θρύλου και οι προκλήσεις:
Πώς είναι να φοράς έστω και τηλεοπτικά μια βαριά φανέλα; Τι θα κρατήσεις από αυτό το ρόλο και ποιο ήταν το πιο δύσκολο challenge που αντιμετώπισες;
«Η φανέλα του Ολυμπιακού έχει πίσω της ιστορίες γενεών. Προσωπικά δεν είμαι φίλος του ποδοσφαίρου, οπότε την προσέγγισα μέσα από τα μάτια του Ανδρέα: ενός παιδιού που βλέπει σ’ αυτή τη φανέλα ελευθερία, αναγνώριση και μια νέα ζωή. Το ένιωσα σαν έναν “ρόλο μέσα στον ρόλο” — να κουβαλάς κάτι μεγαλύτερο από σένα, κάτι που δεν σου ανήκει αλλά σε καθορίζει. Ο Ανδρέας μού έμαθε ότι η αφοσίωση σε ένα όνειρο μπορεί να σε κρατήσει όρθιο ακόμα κι όταν όλα γύρω σου μοιάζουν αντίξοα. Κρατάω από εκείνον το πάθος να κυνηγάς κάτι που σε ξεπερνάει. Αυτό το κουβαλάω μαζί μου και πέρα από τα γυρίσματα. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να φανώ πειστικός ως ποδοσφαιριστής ενώ εγώ δεν έχω καμία σχέση με το άθλημα. Έπρεπε να καταλάβω τη νοοτροπία ενός παιδιού που παίζει για τη ζωή του. Επίσης, ήταν πρόκληση να ισορροπήσω τον διχασμό του Ανδρέα: από τη μία η αγάπη για το ποδόσφαιρο, από την άλλη η σκιά της οικογένειάς του και του καμπαρέ.»