Υπόθεση αστυνομικού της Βουλής: «Δεν υπάρχουν μάρτυρες που να καταγγέλλουν βιασμούς» – Ομολογία στο Πειθαρχικό Συμβούλιο

Η σοκαριστική υπόθεση κακοποίησης μέσα σε αστυνομική οικογένεια προκαλεί έντονο προβληματισμό για τη διαχείριση ανάλογων καταγγελιών και την προστασία των θυμάτων.

Αρνήσεις και δοκιμασία στο πειθαρχικό συμβούλιο της Ελληνικής Αστυνομίας

Ο αστυνομικός που υπηρετεί στη Βουλή αρνείται κατηγορηματικά όλα τα στοιχεία που τον βαραίνουν περί σεξουαλικής κακοποίησης της συζύγου του και των παιδιών τους. Μαζί με τη 53χρονη σύζυγο, που επίσης είναι μέλος της ΕΛ.ΑΣ., πέρασαν από το πειθαρχικό συμβούλιο -μια διαδικασία που μοιάζει με πρόβα δικαστηρίου και στο πλαίσιο αυτή δόθηκαν οι πρώτες καταθέσεις.

Ο ίδιος υποστηρίζει πως τα όσα καταγγέλλει η σύζυγός του είναι ψευδή και πως οι ιατροδικαστικές εξετάσεις που έγιναν στο πλαίσιο της έρευνας τον αθωώνουν πλήρως. Επισημαίνει ότι δεν υπάρχουν μάρτυρες που να επιβεβαιώνουν τις κατηγορίες της συζύγου του, ενώ η μοναδική μάρτυρας έχει καταθέσει «ασύστολα ψεύδη» σύμφωνα με τον ίδιο.

Στο επίκεντρο οι μαρτυρίες και η ψυχική κατάσταση της συζύγου

Ο κατηγορούμενος αστυνομικός τόνισε επίσης πως η σύζυγός του υποβάλλεται σε βαριά αντιψυχωσική φαρμακευτική αγωγή και έχει νοσηλευτεί αρκετές φορές, αμφισβητώντας παράλληλα τη γνησιότητα των καταγγελιών περί σεξουαλικής βίας μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον.

«Κανείς δεν είδε ή άκουσε για κακοποίηση ή βιασμό ούτε στη γειτονιά, ούτε στο εργασιακό μας περιβάλλον», ανέφερε χαρακτηριστικά, εκφράζοντας απορία για το γεγονός ότι δεν προέκυψε καμία άλλη μαρτυρία εναντίον του.

Η οδύσσεια της 35χρονης συζύγου και οι αποκαλύψεις για την ψυχολογική κακοποίηση

Η 35χρονη σύζυγος, επίσης αστυνομικός, περιέγραψε μια μισητή πραγματικότητα που ζούσε στο ίδιο σπίτι: κάμερες που τοποθετούνταν κρυφά από τον σύζυγό της για να καταγράφονται οι προσωπικές στιγμές της, οι επανειλημμένες προσπάθειές της να ζητήσει βοήθεια χωρίς όμως να βρίσκει στήριξη.

Όπως είπε, παρά τα εμφανή σημάδια κακοποίησης από τις σωματικές βλάβες που της προκαλούσε, υπήρχε φόβος ότι «δεν θα την πίστευε κανείς», γεγονός που την οδήγησε σε σιωπή και αδυναμία να αντιδράσει.

δειτε ακομα

δειτε ακομα