Η Πρωτομαγιά στην Αθήνα, αιώνες πριν, ήταν μια γιορτή χαράς και φύσης, πολύ προτού καθιερωθεί ως ημέρα εργατικού αγώνα.
Η Πρωτομαγιά ως Γιορτή της Άνοιξης στην Παλιά Αθήνα
Πριν από περίπου 150 χρόνια, η Πρωτομαγιά στην Αθήνα δεν ήταν ακόμα η ημέρα των διεκδικήσεων που γνωρίζουμε σήμερα. Ήταν πρωτίστως μια γιορτή της Άνοιξης, μια ωδή στη φύση, στη χαρά και στην ποίηση. Οι Αθηναίοι εκείνης της εποχής έβγαιναν μαζικά στα προάστια της πόλης, όπως τα Πατήσια, τα Σεπόλια και η Κηφισιά, για να βιώσουν την αναγέννηση της φύσης. Μέσα σε καταπράσινα περβόλια, ανθισμένους κήπους και ξέφωτα, στήνονταν αυθόρμητα γλέντια με χορούς και τραγούδια.
Η Αθήνα της Μπελ Επόκ και η Πρωτομαγιά
Στην Αθήνα της Μπελ Επόκ, μέχρι και τη δεκαετία του 1930, η Πρωτομαγιά διατηρούσε τον χαρακτήρα της εξόδου και της χαράς. Τα τραμ, στολισμένα με λουλούδια και γεμάτα κόσμο, κατευθύνονταν προς την εξοχή. Οικογένειες και φίλοι απολάμβαναν την άνοιξη, και η πόλη, με λίγες χιλιάδες κατοίκους τότε, μεταμορφωνόταν σε ένα πολύχρωμο, ζωντανό τοπίο. Σήμερα, ελάχιστα ίχνη αυτής της παλιότερης Πρωτομαγιάς υπάρχουν. Μια σπάνια ματιά στο πώς βίωναν οι Αθηναίοι την πρώτη ημέρα του Μάη μεταξύ 1880-1930 προσφέρουν τα απομνημονεύματα του Μίλτου Γ. Λιδωρίκη. Ο Λιδωρίκης, θεατρικός συγγραφέας, λογοτέχνης, χρονικογράφος και πολιτικός, κατέγραψε τις αναμνήσεις του στην εφημερίδα “Ασύρματος”, και αυτές αποτέλεσαν τη βάση για το βιβλίο «Μίλτος Λιδωρίκης – Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ» των εκδόσεων Polaris. Για εκείνους, η άνοιξη δεν ήταν απλώς μια εποχή, αλλά τρόπος ζωής.
Αποσπάσματα από τα Απομνημονεύματα του Μίλτου Γ. Λιδωρίκη
«Πρωτομαγιά στην Ελλάδα, σημαίνει ποιητές, στίχοι όμορφοι, δροσεροί και ερωτικοί. Στα παλιότερα χρόνια, κάθε ποιητής, είτε μεγάλος είτε μικρός, αισθανόταν την ανάγκη να υμνήσει την άνοιξη, το Μάη και την Πρωτομαγιά. Σήμερα, οι ποιητές απαξιώνουν να εμπνευστούν από το τριαντάφυλλο, τον Αττικό ουρανό, το Μάη και τις χαρές του. Γράφουν με τρόπο που κανείς δεν καταλαβαίνει, δεν εκφράζουν την ομορφιά που τους συγκινεί ή τον πόνο που τους βασανίζει.
Ο ποιητής Μαλακάσης, μια ανοιξιά στην οποία έζησε μέσα σε μυρωδάτα περβόλια, εμπνεύστηκε και έγραψε με στίχους από την καρδιά:
Τώρα τα λουλούδια που είναι δροσισμένα,
μυρωμένα όπως άλλοτε μ’ εμένα
τρέξε μόνη στους αγρούς.
Ίδια σαν και τότε γίνε,
έναν κόσμο ανθάκια κόψε
και μ’ αυτά ράνε με απόψε
όπως ραίνουν τους νεκρούς.
Η μετακίνηση του κόσμου στις εξοχές, με τα τραμ γεμάτα λουλούδια και ανθρώπους, με άμαξες κάθε τύπου, κάρα, σούστες, βιζαβί, λεωφορεία, χάριζε στην πόλη μια ξεχωριστή ζωντάνια.
Η αθηναϊκή κοινωνία συνήθιζε τότε να γιορτάζει σε ιδιωτικά περβόλια, που ήταν πανέμορφα. Ξεχωρίζουν αυτά του Ανδρέα Αυγερινού, του Καλλιγά, του Καλλιφορνά, του Βουγά, του Ακσουρλή, του Γελαδάκη και άλλα στα Πατήσια και στα Σεπόλια. Στον Πύργο της Βασιλίσσης, αυτή την ιστορική και υπέροχη εξοχή του Παχή, που ανήκει τώρα στην οικογένεια Σερπιέρη, συγκεντρωνόταν η εκλεκτή αθηναϊκή κοινωνία. Μέσα στην οργιάζουσα φύση, χόρευαν και περνούσαν ονειρεμένες ώρες. Στον κήπο του Αναργύρου στα Σεπόλια, γινόταν μεγάλο και δυναμικό γλέντι. Στο περιβόλι του Καντόρου, γεμάτο τριαντάφυλλα και άλλα άνθη, οι φίλοι του ευγενούς ιδιοκτήτη απολάμβαναν μια αληθινή Πρωτομαγιά.
Πρωτομαγιά στην Κηφισιά
«Η Πρωτομαγιά στην Κηφισιά έχει μείνει ιστορική. Στο ανθισμένο ύπαιθρο των επαύλεων, εκείνη την ημέρα χόρευαν από το πρωί μέχρι το βράδυ. Ο αείμνηστος Θ. Δηλιγιάννης, πιστός κάθε χρόνο, πήγαινε νωρίς το πρωί στη μικρή του έπαυλη στην Κηφισιά, όπου γευμάτιζε και καθόταν πολλές ώρες με τους δικούς του. Το απόγευμα, πάντα φορώντας ένα όμορφο τριαντάφυλλο στην κουμπότρυπα της γκρι ρεδιγκότας του, διέσχιζε τους μεγάλους δρόμους του προαστίου. Έφτανε, πάντα συνοδευόμενος από πολλούς φίλους του και τον διευθυντή του σιδηροδρόμου Πάνο Μπασιάκο, στον σταθμό για να επιστρέψει στην Αθήνα».
Πηγή: ΑΠΕ – Φωτογραφία: Αρχείο Εκδόσεων Polaris