Έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από την κρίσιμη εξέταση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) σχετικά με τα αναδρομικά συνταξιούχων που αφορούν τις περικοπές σε δώρα και επιδόματα κατά το επίμαχο 11μηνο διάστημα Ιουνίου 2015 – Μαΐου 2016. Παρά τις προσδοκίες, το ΑΕΔ επέλεξε να μην εκδώσει οριστική απόφαση, μεταθέτοντας ουσιαστικά την ευθύνη επίλυσης του ζητήματος στην ελληνική κυβέρνηση.

Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο αιτιολόγησε την απόφασή του βασιζόμενο στην εκτίμηση ότι δεν υφίσταται ουσιαστική αντίφαση μεταξύ των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και του Αρείου Πάγου, γεγονός που, κατά την άποψή του, δεν καθιστούσε απαραίτητη τη δική του παρέμβαση. Ειδικότερα, το δικαστήριο έκρινε ότι δεν έχει τη δικαιοδοσία να προσδιορίσει ποια από τις δύο φαινομενικά αντικρουόμενες αποφάσεις υπερισχύει:

  • Η απόφαση του Αρείου Πάγου του 2023, η οποία έκρινε τη νομιμότητα των περικοπών των δώρων στις συντάξεις.
  • Η προγενέστερη απόφαση του ΣτΕ του 2015, που είχε χαρακτηρίσει τις συγκεκριμένες περικοπές ως αντισυνταγματικές.

Αβεβαιότητα για τη διεκδίκηση αναδρομικών συντάξεων

Ως άμεση συνέπεια αυτής της δικαστικής εξέλιξης, εκτιμάται ότι περίπου 350.000 έως 400.000 συνταξιούχοι, οι οποίοι έχουν ήδη προσφύγει στη Δικαιοσύνη διεκδικώντας τα αναδρομικά τους για την περίοδο 2015-2016, εξακολουθούν να βρίσκονται σε καθεστώς νομικής αβεβαιότητας. Η προοπτική και ο χρονικός ορίζοντας για την ενδεχόμενη καταβολή των οφειλόμενων ποσών παραμένουν ασαφείς.

Νομικό αδιέξοδο και χρονοτριβή στην απονομή δικαιοσύνης

Η απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου εκλαμβάνεται από πολλούς ως παράταση της υπάρχουσας αβεβαιότητας, επιτείνοντας τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των δικαστικών διαδικασιών. Ενδεικτικά, περισσότερες από 1.200 αγωγές συνταξιούχων έχουν ανασταλεί εντός του 2024, είτε επ’ αόριστον είτε για τα επόμενα έτη. Νομικοί και εργατολόγοι συμφωνούν ότι η συγκεκριμένη απόφαση δεν προσέφερε ουσιαστική λύση στο πρόβλημα, χαρακτηρίζοντάς την ως μια “πύρρειο νίκη” για τους συνταξιούχους. Η απουσία σαφούς νομικού πλαισίου δημιουργεί επιπλέον εμπόδια στην αποτελεσματική διεκδίκηση των αναδρομικών.

Δυνατότητες διεκδίκησης αναδρομικών και πολιτικές διαστάσεις

Ειδικά για τους συνταξιούχους που έχουν ήδη ασκήσει αγωγές κατά του Ελληνικού Δημοσίου, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας εξακολουθεί να αποτελεί νομικό έρεισμα για τη διεκδίκηση των οφειλόμενων ποσών, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα (με εξαίρεση τους συνταξιούχους της Τράπεζας της Ελλάδος). Ωστόσο όσοι συνταξιούχοι δεν είχαν προσφύγει στη δικαιοσύνη στο παρελθόν, καλούνται να ξεκινήσουν τώρα τον μακρύ και δαπανηρό νομικό αγώνα για τη διεκδίκηση των αναδρομικών συντάξεων.

Από πολιτικής σκοπιάς, η κυβέρνηση διατηρεί τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξει την καταβολή των αναδρομικών όχι μόνο σε όσους έχουν ήδη κινηθεί νομικά, αλλά και στο σύνολο των συνταξιούχων, μέσω νομοθετικής ρύθμισης, ενδεχομένως με χρονικό ορίζοντα τριετίας. Η αναμενόμενη δημοσιονομική επιβάρυνση μιας τέτοιας απόφασης αποτελεί βασικό παράγοντα στις κυβερνητικές αποφάσεις.

Αν και δεν υφίσταται άμεση νομική υποχρέωση, εκτιμάται από νομικούς κύκλους ότι η απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου δημιουργεί ένα ηθικό και πολιτικό δεσμευτικό πλαίσιο για την κυβέρνηση, προκειμένου να εξεύρει μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στο θέμα των αναδρομικών συντάξεων, λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις του ΣτΕ. Παρόλα αυτά, το ενδεχόμενο ανάληψης νομοθετικής πρωτοβουλίας για την οριστική διευθέτηση του ζητήματος παραμένει ανοιχτό.