Στις 12 Δεκεμβρίου, μόλις λίγες ημέρες μετά την πτώση του Μπασάρ αλ Άσαντ, ο Τούρκος πρόεδρος αναθέτει στον επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, Ιμπραχίμ Καλίν, να επισκεφτεί τη Δαμασκό για συνομιλίες με την -τότε ακόμα υπό διαμόρφωση- νέα συριακή ηγεσία. Μια σημαντική λεπτομέρεια είναι ότι ο διευθυντής της MIT (και πρώην εκπρόσωπος του Ερντογάν) δεν χάνει την ευκαιρία να επισκεφθεί το Μεγάλο Τέμενος των Ομεϋαδών, το οποίο έχει ιδιαίτερη σημασία για την Τουρκία, κάτι που επισήμως υπογραμμίζουν τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης.
Στις 14 Δεκεμβρίου, η τουρκική πρεσβεία επαναλειτουργεί στην πρωτεύουσα της Συρίας, τερματίζοντας 12 χρόνια διπλωματικής απουσίας.
Στις 22 Δεκεμβρίου, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν επισκέπτεται τη Δαμασκό και συναντά τη νέα συριακή ηγεσία.
Στις 15 Ιανουαρίου, ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Συρίας, Ασάντ Χασάν αλ Σιμπάνι, φτάνει στην Άγκυρα και συναντά τον ομόλογό του, Φιντάν, καθώς και τον πρόεδρο Ερντογάν. Στις 26 Ιανουαρίου, ο Ιμπραχίμ Καλίν επιστρέφει στη Δαμασκό για περαιτέρω επαφές με τη νέα συριακή ηγεσία, προετοιμάζοντας το έδαφος για την πρώτη επίσκεψη του νέου μεταβατικού προέδρου της Συρίας, Αχμεντ αλ Σάρα, στην τουρκική πρωτεύουσα, που έχει προγραμματιστεί για 4 Φεβρουαρίου.
Όπως αναφέρει σε σημερινή του ανάρτηση ο διευθυντής επικοινωνίας της τουρκικής προεδρίας Φαχρετίν Αλτούν, οι κ.κ. Ερντογάν και αλ Σάρα θα συζητήσουν για τα κοινά σχέδια των δύο χωρών, που στοχεύουν στην οικονομική ανάκαμψη και την σταθερότητα της Συρίας, καθώς και για τη στήριξη της συριακής μεταβατικής κυβέρνησης και του λαού της Συρίας.
Ο Αλτούν καταλήγει, αναφέροντας ότι οι σχέσεις Τουρκίας-Συρίας θα ενισχυθούν, εκφράζοντας την επιθυμία της τουρκικής πλευράς για συνεργασία.
Ποιες είναι οι προθέσεις της Τουρκίας
Για να υλοποιηθούν όλα τα προαναφερθέντα, όπως η επιστροφή των προσφύγων και οι επενδύσεις ανοικοδόμησης, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις: η Συρία πρέπει να παραμείνει «ενωμένη» και να αποφευχθούν νέες εμφύλιες συρράξεις. Η κατάσταση στη Συρία πρέπει να μείνει υπό έλεγχο.
Εάν η Συρία αντιμετωπίσει νέα κρίση, οι προοπτικές για την Τουρκία μπορεί να αλλάξουν δραματικά. Το μέλλον της σταθερότητας στη Συρία φαίνεται να εξαρτάται από τη δυναμική στις σχέσεις Τουρκίας-Κούρδων-Δαμασκού-ΗΠΑ.
Η Τουρκία επιθυμεί την αποδυνάμωση των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), ενώ ταυτόχρονα απαιτεί την αποχώρηση μη Σύρων μαχητών από τις τάξεις τους. Παράλληλα, οι δυνάμεις αυτές, κυρίως οι κουρδικές πολιτοφυλακές YPG/YPJ, διατηρούν τον έλεγχο σημαντικών περιοχών στη βόρεια και ανατολική Συρία.
Οι υπό κουρδικό έλεγχο περιοχές της βορειοανατολικής Συρίας είναι πλούσιες σε νερό και πετρέλαιο, καθώς εκεί βρίσκονται φυλακές και στρατόπεδα μεταναστών που φυλάσσονται από δυνάμεις που σχετίζονται με τους Κούρδους και χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ.
Η Άγκυρα έχει παραδεχτεί τους φόβους της για τις κουρδικές δυνάμεις YPG/YPJ, οι οποίες θεωρεί πως συνδέονται με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK). Παρ’ όλα αυτά, οι ΗΠΑ δεν συμμερίζονται αυτή την άποψη και θεωρούν τους Κούρδους ως πολύτιμο σύμμαχο στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Η πιθανότητα τουρκικών επιθέσεων κατά των Κούρδων στη βόρεια Συρία, είτε άμεσα είτε μέσω συμμάχων, φαίνεται ότι έχει μειωθεί. Αντίθετα, η Τουρκία επιθυμεί το ζήτημα να διευθετηθεί μέσω διαπραγματεύσεων με τη Δαμασκό, με τον Αχμεντ αλ Σάρα σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Ωστόσο, η τουρκική κυβέρνηση εξετάζει και την δυνατότητα αφοπλισμού του PKK, προσεγγίζοντας αντιπροσωπείες του φιλοκουρδικού Κόμματος Ισότητας και Δημοκρατίας των Λαών (DEM).