Η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ) καθορίστηκε το 1992 με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κύριος άξονάς της είναι η πεποίθηση ότι το ΝΑΤΟ ευθύνεται για την ύπατη ασφάλεια και άμυνα της Ευρώπης.
Τα τελευταία χρόνια, κυρίως μετά την ρωσική επίθεση στην Ουκρανία και την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, έχουν προκύψει αμφιβολίες σχετικά με την αξία των Ηνωμένων Πολιτειών στο ΝΑΤΟ, γεγονός που έχει αναδείξει θέματα αβεβαιότητας στην ασφάλεια της Ευρώπης.
Η Ελλάδα, αναγνωρίζοντας τις αρχικές προκλήσεις, υπήρξε από τις πρώτες χώρες που τόνισαν την ανάγκη δημιουργίας μιας ενοποιημένης ευρωπαϊκής άμυνας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με τις παρεμβάσεις του, επαναλαμβάνει τη σημασία αυτής της πρότασης, ιδιαίτερα μέχρι την άτυπη Σύνοδο Κορυφής των 27 Υπουργών Εξωτερικών που επικέντρωσε το ενδιαφέρον της στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός παρουσίασε στις Βρυξέλλες ένα σχέδιο που περιλαμβάνει δύο κύρια σημεία για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, προτείνοντας τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού ταμείου ύψους 100 δισ. ευρώ που θα υποστηρίξει τις στρατηγικές άμυνας, ακολουθώντας το μοντέλο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Ωστόσο, είναι γνωστό ότι οι στρατιωτικές δαπάνες, όπως έχει αποδειχθεί και στην περίπτωση της Ελλάδας, επηρεάζουν άμεσα τους δημοσιονομικούς κανόνες και την οικονομική αξιοπιστία των κρατών-μελών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτείνει επομένως περισσότερη ευελιξία στον δημοσιονομικό σχεδιασμό για να επιτραπούν επενδύσεις στην άμυνα. Επιπλέον, υπογραμμίζει την ανάγκη διάκρισης των αμυντικών δαπανών από τους δημοσιονομικούς στόχους εκ των προτέρων, αντί να ισχύει εκ των υστέρων, όπως γίνεται τώρα.
Η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης είναι καίριας σημασίας και δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ενίσχυση της άμυνάς της και της αμυντικής βιομηχανίας. Στο πλαίσιο αυτό, τον περασμένο Μάιο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, συνεργαζόμενος με τον Πολωνό Πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ, έστειλε επιστολή στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προτείνοντας μια ευρωπαϊκή αντιαεροπορική ασπίδα χρηματοδοτούμενη από ευρωπαϊκούς πόρους. Επίσης, ήταν ένας από τους 19 ηγέτες της ΕΕ που, κατόπιν πρωτοβουλίας της Φινλανδίας, υπέγραψαν επιστολή προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για αύξηση της χρηματοδότησης στις ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός επισημαίνει την επιτακτική ανάγκη η Ευρώπη να προσαρμοστεί σε σοβαρές γεωπολιτικές αλλαγές, αναφέροντας τις συνέπειες της αμερικανικής πολιτικής κατά την περίοδο Τραμπ και υπογραμμίζοντας την ανάγκη μεγαλύτερης ευρωπαϊκής ευθύνης στην ασφάλειά της.
Σχολιάζοντας τις εκθέσεις των Ντράγκι και Λέτα, τονίζει ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών πρέπει να συνδυαστεί με βελτίωση της αποτελεσματικότητας. Ωστόσο, φαίνεται ότι η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία παραμένει κατακερματισμένη και δεν έχει τον απαιτούμενο ενιαίο χαρακτήρα, με την ανάγκη για περισσότερη ενοποίηση και εξειδίκευση για τη δημιουργία κέντρων αριστείας.
«Για να παραμείνει η Ένωση μας πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας, είναι ουσιώδους σημασίας να αποκτήσουμε ισχυρή, ενιαία και αξιόπιστη αποτρεπτική ικανότητα. Ο χρόνος είναι περιορισμένος», επισημαίνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στηρίζοντας την ελληνική θέση. Συμπληρώνει ότι, «ως χώρα μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ που αντιμετωπίζει ειδικές προκλήσεις ασφαλείας, προ πάντων στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα υπογραμμίζει την ύψιστη σημασία των επενδύσεων στην άμυνα, καθώς αυτές οι προκλήσεις δεν περιορίζονται μόνο σε τοπικό επίπεδο».