«Φτάνει! Αντιμετωπίζουμε μια κρίση, τα ερείπια μιας δεκαετούς κακής πολιτικής μετανάστευσης», ανέφερε ο κ. Μερτς σε μια έκτακτη συνέντευξη Τύπου, αναφερόμενος στην πρόσφατη επίθεση του Αφγανού Εναμουλά Ο. σε παιδιά σε βρεφονηπιακό σταθμό στο πάρκο του Ασάφενμπουργκ, που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο ενός 2χρονου παιδιού και ενός 41χρονου άνδρα.
Ο δράστης είναι ήδη υπό κράτηση και δεν είχε άδεια παραμονής, κάτι που θα έπρεπε να είχε οδηγήσει σε απέλαση. Ο υποψήφιος της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) για την καγκελαρία χαρακτήρισε την εν λόγω πράξη «απαράδεκτη» και «μισητή» για τη Γερμανία, επισημαίνοντας ότι δεν θα ανεχτεί τη τρέχουσα κατάσταση. Ανέφερε ότι θα ληφθούν αυστηρότερα μέτρα ασφαλείας και ότι θα υπάρξουν εντατικοί έλεγχοι στα χερσαία σύνορα με τις γειτονικές χώρες.
Ο κ. Μερτς παρουσίασε τη λήψη μέτρων για τη διασφάλιση των συνόρων ως το πιο σημαντικό «αντίδοτο» στη βία από μετανάστες, τονίζοντας ότι οι επιτόπιοι αποκλεισμοί πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα, ακόμα και για εκείνους που επιθυμούν να υποβάλουν αίτηση ασύλου στη Γερμανία.
«Είναι απαραίτητο να επιβάλλουμε το εθνικό μας δίκαιο. Η είσοδος στη Γερμανία θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε εκείνους που έρχονται νόμιμα, με τα απαραίτητα έγγραφα, όπως διαβατήριο και, αν είναι απαραίτητο, βίζα», είπε. Επιπλέον, πρόσθεσε ότι «η ομοσπονδιακή αστυνομία θα πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει εντάλματα σύλληψης κατά μεταναστών που δεν διαθέτουν έγγραφα ή έχουν εισέλθει στην ΕΕ από άλλη χώρα, αποκλείοντας τους από την είσοδο». Ο κ. Μερτς τόνισε ότι οι υπάρχουσες ευρωπαϊκές ρυθμίσεις είναι αναποτελεσματικές και η Γερμανία πρέπει να επιλέξει καλύτερους τρόπους προστασίας της.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σκοπεύει να διαθέσει κρατικά ακίνητα, όπως πρώην στρατόπεδα, για την κράτηση αλλοδαπών που πρέπει να απελαθούν. Εκείνοι που βρίσκονται υπό διαδικασία απέλασης δεν θα επιτρέπεται να κυκλοφορούν ελεύθερα στη Γερμανία. Ο στόχος της κυβέρνησής του, δήλωσε ο κ. Μερτς, είναι η ραγδαία αύξηση αριθμού θέσεων κράτησης για αυτούς τους ανθρώπους.
Ο Φρίντριχ Μερτς τόνισε ότι, αν χρειαστεί, θα αξιοποιήσει την εξουσία του καγκελάριου να ζητήσει από ένα υπουργείο να εκτελέσει συγκεκριμένες αποφάσεις, αγνοώντας πιθανώς τον αρμόδιο υπουργό.