Το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα εισέρχεται σε μια νέα φάση, καθώς οι προετοιμασίες για τις επόμενες εθνικές εκλογές είναι σε πλήρη εξέλιξη. Η τελευταία δημοσκόπηση της Pulse αναδεικνύει τις σημαντικές αλλαγές που έχουν γίνει τους τελευταίους μήνες, οι οποίες περιλαμβάνουν τη διαγραφή του Σαμαρά, την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και την ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ μετά την εκλογή του Φάμελλου και τη δημιουργία νέου κόμματος από τον Στέφανο Κασσελάκη.
Η κοινή γνώμη, ακόμα επηρεασμένη από αυτές τις ραγδαίες εξελίξεις, βλέπει τον κατακερματισμό στο πολιτικό σκηνικό. Η Νέα Δημοκρατία διατηρεί την πρωτοκαθεδρία με ποσοστό 24% στην πρόθεση ψήφου, που μπορεί να φτάσει το 29,5% με την κατανομή των αναποφάσιστων. Το ΠΑΣΟΚ, από την άλλη, χτίζει τη δεύτερη θέση με 14%, ανεβαίνοντας στο 17,5% αν ληφθούν υπόψη οι αναποφάσιστοι.
Δεδομένων των νέων συνθηκών, η κυβέρνηση σχεδιάζει την πολιτική της στρατηγική, αντλώντας πληροφορίες από πιθανές εξελίξεις που μπορούν να προκύψουν από τις μελλοντικές εκλογές. Η κυριότερη επιδίωξη είναι να διαμορφώσει ένα σαφές δίλημμα για τους πολίτες, με στόχο την απόκτηση τρίτης θητείας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε μια πρόσφατη συνέντευξη σε ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι, καθόρισε τις «κόκκινες γραμμές» του, τόσο εντός της Νέας Δημοκρατίας όσο και σε σχέση με τους πολιτικούς του αντιπάλους. Απέκλεισε τα σενάρια πρόωρης εκλογής και αλλαγής του εκλογικού νόμου, τονίζοντας ότι υπάρχει «σχέδιο τριετίας» και ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει με το υπάρχον εκλογικό σύστημα μέχρι το 2027.
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε την προσοχή του στη μεσαία τάξη, δηλώνοντας: «θα κάνουμε περισσότερα πράγματα με προοπτική τριετίας για τη μεσαία τάξη». Σε ένα περιβάλλον όπου το ΠΑΣΟΚ φιλοδοξεί να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, προκάλεσε τον Νίκο Ανδρουλάκη να αποδείξει την ικανότητά του να αναλάβει την ευθύνη της πρωθυπουργίας.
Σύμφωνα με τη Pulse, το 42% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση και το 76% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας βλέπουν θετικά τη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά. Αυτό δημιουργεί ένα σταθερό πλαίσιο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη ώστε να θέσει όρια στην κριτική που είναι διατεθειμένος να δέχεται.
«Δεν μπορώ να επιτρέψω τη διάδοση θεωριών που μας κατηγορούν για μυστική διπλωματία ή ότι είμαστε ενδοτικοί απέναντι στην Τουρκία. Όταν ακούω φράσεις για “χαριεντίσματα”, κατανοώ ότι υπήρξαν όρια που ξεπεράστηκαν. Δεν μπορεί κανείς να ζητάει από τον Πρωθυπουργό να απολύσει τον υπουργό Εξωτερικών», δήλωσε αιχμηρά, εκφράζοντας παράλληλα την πεποίθηση ότι οι σχέσεις του με την κοινοβουλευτική του ομάδα παραμένουν ισχυρές.
Μια ασυνήθιστη αντίδραση του Κυριάκου Μητσοτάκη προέκυψε όταν σχολίασε δημόσια τις θέσεις πρώην πρωθυπουργών, εκφράζοντας τη διαφωνία του με τον Κώστα Καραμανλή για την διαγραφή του Σαμαρά. «Διαφωνώ. Πιστεύω ότι η ενέργεια αυτή προστάτευσε το κύρος της κυβέρνησης», σημείωσε.
Η στρατηγική της κυβέρνησης, σχετική με τη διπλωματία και τις ένοπλες δυνάμεις, αποδεικνύει την πρόθεση του Μεγάρου Μαξίμου να κλείσει τις ανοικτές υποθέσεις στο πεδίο των εθνικών θεμάτων. Ο κ. Μητσοτάκης προτίθεται να διατηρήσει τον έλεγχο και την κατεύθυνση χωρίς αμφιβολίες.
Στην «μεγάλη εικόνα», όμως, υπάρχει ο κίνδυνος οι επόμενες εκλογές να φέρουν κρίση διακυβέρνησης, με το πρώτο κόμμα να μη διασφαλίζει αυτοδυναμία, γεγονός που μπορεί να επαναφέρει το ενδεχόμενο συνεργασιών. Με το χρόνο θα φανεί πόσο ρεαλιστικός είναι αυτός ο κίνδυνος.