Οι προεκλογικές μάχες των Κάμαλα Χάρις και Ντόναλντ Τραμπ εντείνονται, καθώς οι εκλογές της 5ης Νοεμβρίου πλησιάζουν. Οι δύο υποψήφιοι επικεντρώνονται στην αναζήτηση της ψήφου των πολιτών, μιας επιλογής που θα επιφέρει σημαντικές συνέπειες για το μέλλον των ΗΠΑ και όχι μόνο.
Με λιγότερες από δέκα ημέρες μέχρι την κάλπη, η πρόσφατη δημοσκόπηση του CNBC κρατά ζωντανό το ενδιαφέρον, καθώς η τριμηνιαία έρευνα «All-America Economic Survey» δείχνει τον Ντόναλντ Τραμπ να προηγείται με 48% έναντι 46% της Κάμαλα Χάρις, εντός περιθωρίου σφάλματος 3,1%. Το προβάδισμα του Τραμπ παραμένει σταθερό από την τελευταία δημοσκόπηση του Σεπτεμβρίου, καθώς αυτός υπερτερεί στα οικονομικά ζητήματα, ενώ η Χάρις απολαμβάνει περισσότερη υποστήριξη για τις ηγετικές της ικανότητες.
Το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται επίσης στις swing states, όπου η πολιτική κατάσταση γίνεται πιο περίπλοκη. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, σε πολιτείες όπως η Αριζόνα, η Τζόρτζια, το Μίσιγκαν, η Νεβάδα, η Βόρεια Καρολίνα, η Πενσυλβάνια και το Ουισκόνσιν, ο Τραμπ προηγείται της Χάρις με 1 μονάδα (48% έναντι 47%), γεγονός που εμπίπτει στο περιθώριο σφάλματος. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι σε αυτές τις πολιτείες, εκτός από τη Βόρεια Καρολίνα, ο Τζο Μπάιντεν είχε κερδίσει τον Τραμπ το 2020.
Επιπλέον, άλλες δημοσκοπήσεις, όπως αυτές του Economist/YouGov και της Morning Consult, δείχνουν την Χάρις να προηγείται με τρεις και τέσσερις μονάδες αντίστοιχα, ενώ οι αναλύσεις της Reuters/Ipsos και της USA Today/Suffolk University καταγράφουν προβάδισμα τριών και 1 μονάδας αντίστοιχα. Σύμφωνα με το Silver Bulletin, η Κάμαλα Χάρις φαίνεται να υπερέχει στο Μίσιγκαν, τη Νεβάδα και το Ουισκόνσιν, ενώ ο Τραμπ οδηγεί στη Βόρεια Καρολίνα, την Τζόρτζια και την Αριζόνα, με ισοπαλία στην Πενσυλβάνια.
Η στρατηγική των Δημοκρατικών εστιάζει στην προώθηση των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων και των ωφελειών του Νόμου Μείωσης του Πληθωρισμού, όπως η μείωση της τιμής της ινσουλίνης, επιδιώκοντας την προσέλκυση ψηφοφόρων σε πιο συντηρητικές περιοχές. Αντιθέτως, οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν αλλαγή προσανατολισμού προς ζητήματα όπως ο πληθωρισμός, η δημόσια ασφάλεια και η μετανάστευση, προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν τις ανησυχίες των Αμερικανών σχετικά με την κατεύθυνση της χώρας.
Σύμφωνα με τους New York Times, ο Ρεπουμπλικάνος αναλυτής Ντέιβιντ Γουίνστον υπογραμμίζει ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο για τους Δημοκρατικούς που επιθυμούν να κερδίσουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων είναι η ευρεία πεποίθηση ότι η χώρα ακολουθεί λανθασμένη πορεία, κάτι που επιβεβαιώνουν οι δημοσκοπήσεις.
Ο Τραμπ επιδεικνύει καλή απόδοση στις γαλάζιες πολιτείες, που είναι κομβικές για τους Ρεπουμπλικανούς, ενώ η Αντιπρόεδρος Χάρις προσπαθεί να διατηρήσει την υποστήριξη των ψηφοφόρων από τις προαστιακές περιοχές, οι οποίοι είχαν συμβάλει στην εκλογική νίκη των Δημοκρατικών το 2018. Αυτοί οι ψηφοφόροι δείχνουν να απομακρύνονται από τον Τραμπ, κάτι που ελπίζουν οι Δημοκρατικοί να συνεχιστεί.
Το 2020, οι Δημοκρατικοί είχαν στο μυαλό τους να επεκτείνουν την πλειοψηφία τους, ωστόσο, τελικά η απόδοσή τους ήταν απογοητευτική και έχασαν έδρες. Το 2022, το προσδοκώμενο «κόκκινο κύμα» που οι Ρεπουμπλικάνοι πίστευαν ότι θα τους εξασφάλιζε μια άνετη πλειοψηφία, δεν υλοποιήθηκε, προσφέροντας τους την έδρα της Βουλής με οριακή διαφορά.
Η τελική έκβαση αυτών των εκλογών θα καθορίσει τη νέα ισορροπία δυνάμεων στη Βουλή και θα επηρεάσει άμεσα τις νομοθετικές προτεραιότητες καθώς και την κατεύθυνση της επόμενης κυβέρνησης τα επόμενα χρόνια. Με την σημασία των διακυβευμάτων και την έντονα ανταγωνιστική φύση των περιφερειών, αναμένονται εκλογές που υπόσχονται ένταση και συναίσθημα.