Η ιταλική κυβέρνηση σχεδιάζει να αντλήσει €3,5 δισεκατομμύρια από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2025 και τα επόμενα χρόνια. Αυτά τα χρήματα θα χρησιμοποιηθούν κυρίως για την ενίσχυση της εθνικής υπηρεσίας υγείας και για τη στήριξη των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, όπως ανακοίνωσε η Πρωθυπουργός, Τζόρτζια Μελόνι, στο κοινωνικό δίκτυο X.
Η χρηματοδότηση αυτή θα προέλθει από μια ανατροπή στις φορολογικές ρυθμίσεις για τα δικαιώματα προαίρεσης μετοχών των διευθυντών και τις κανόνες σχετικά με τις φορολογικές πιστώσεις που προκύπτουν από παλαιότερες ζημίες. Ορισμένες από τις μεγαλύτερες τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες της Ιταλίας περιλαμβάνουν τις Intesa Sanpaolo, UniCredit, Banco BPM, και Generali.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών, ο προϋπολογισμός για το 2025 περιλαμβάνει μέτρα ύψους €30 δισεκατομμυρίων, με κύρια έμφαση σε μόνιμες μειώσεις του φόρου εισοδήματος και των κοινωνικών εισφορών για τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα. Ο προγραμματισμένος στόχος είναι το έλλειμμα να φτάσει το 3,3% του ΑΕΠ, που είναι υψηλότερο από την αρχική εκτίμηση του 2,9%. Πρέπει να δανειστεί ακόμη €9 δισεκατομμύρια για να καλυφθεί το πακέτο αυτό.
Η συζήτηση σχετικά με την επιβολή εισφοράς στις τράπεζες έχει δημιουργήσει ανησυχίες στην αγορά τις τελευταίες εβδομάδες, με τις μετοχές των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να πιέζονται. Ο υπουργός Οικονομικών, Τζιανκάρλο Τζορτζέτι, δήλωσε ότι η εισφορά στις τράπεζες δεν πρέπει να θεωρείται “βλάσφημη” ή μη ρεαλιστική.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ιταλία πέρυσι είχε επιβάλει έναν φόρο 40% στα έκτακτα κέρδη των τραπεζών, αλλά το μέτρο είχε περιοριστεί και τελικά δεν απέφερε έσοδα. Η νέα εισφορά, σύμφωνα με τον Υπουργό Εξωτερικών, Αντόνιο Ταγιάνι, δεν θα προκαλέσει ανησυχίες στις αγορές.
Επιπλέον, η κυβέρνηση σχεδιάζει να αυξήσει τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο ντίζελ και να καταργήσει ορισμένες φορολογικές ελαφρύνσεις που σχετίζονται με τον εταιρικό φόρο IRES. Οι χρηματοπιστωτικές προκλήσεις καλύπτονται επίσης από την υπόθεση ότι η Ιταλία βρίσκεται υπό επιτήρηση λόγω του υψηλού δημοσιονομικού ελλείμματος του 7,2% του ΑΕΠ το προηγούμενο έτος, που είναι πολύ πάνω από το 3% που προτείνει η ΕΕ.
Η ιταλική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να μειώσει το έλλειμμα στο 2,8% του ΑΕΠ μέχρι το 2026, με στόχο να απεμπλακεί από τη διαδικασία επιτήρησης το 2027. Παράλληλα, το δημόσιο χρέος, που ήδη έχει φτάσει στο δεύτερο υψηλότερο επίπεδο στην ευρωζώνη, φαίνεται ότι θα ανέβει ακόμη περισσότερο τα επόμενα δύο χρόνια, φθάνοντας το 137,8% του ΑΕΠ το 2026.
Τέλος, προκειμένου να διασφαλίσει την έγκριση της ΕΕ για λιγότερο αυστηρές δημοσιονομικές προσαρμογές, η Ιταλία έχει δεσμευτεί να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις για την αύξηση της φορολογικής αποτελεσματικότητας.