Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, προειδοποίησε σήμερα σε διεθνές συνέδριο στη λίμνη Κόμο της Ιταλίας ότι, αν και έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στη μείωση των κόκκινων δανείων, η κατάσταση εξακολουθεί να απαιτεί εγρήγορση.
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν κατορθώσει να κατεβάσουν τον δείκτη των κόκκινων δανείων σε λίγο πάνω από το 5%. Παρ’ όλα αυτά, οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα παραμένουν αυξημένοι.
Ειδικότερα, τόνισε ότι η αύξηση των επιτοκίων σε συνδυασμό με τον υψηλό πληθωρισμό έχει προκαλέσει πιέσεις στους ισολογισμούς πολλών επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Παρά την πρόσφατη μείωση των επιτοκίων, η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε χειροτέρευση της ποιότητας των δανείων, αναγκάζοντας τις ευρωπαϊκές τράπεζες να σχηματίσουν περισσότερες προβλέψεις.
Η ζήτηση νέων δανείων πλήττεται από τα υψηλά επιτόκια
Ο κ. Στουρνάρας πρόσθεσε ότι το μείγμα χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης και υψηλών επιτοκίων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση για νέα δάνεια, εμποδίζοντας την υλοποίηση των επιχειρηματικών σχεδίων των τραπεζών.
Ακόμη, ανέφερε ότι η ανατίμηση του κόστους δανεισμού των τελευταίων τριμήνων έχει δημιουργήσει προβλήματα στον τομέα των ακινήτων στη ζώνη του ευρώ, ιδιαίτερα στα επαγγελματικά ακίνητα. Η πτώση των τιμών μπορεί να δημιουργήσει ζημίες σε κάποιες κατασκευαστικές εταιρείες, κάτι που θα επιφέρει επιπλέον πιστωτικούς κινδύνους για ορισμένες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Για την ελληνική πραγματικότητα, ο κ. Στουρνάρας επαίνεσε την καθοριστική συμβολή του προγράμματος ΗΡΑΚΛΗΣ στη μείωση των κόκκινων δανείων.
Συγκεκριμένα, επισήμανε ότι η εφαρμογή του προγράμματος «Ηρακλής» συνέβαλε στην επιτάχυνση της εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών. Πριν από την υλοποίηση του προγράμματος, οι τράπεζες δεν είχαν τη δυνατότητα να βελτιώσουν ουσιαστικά την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού τους, με τη μείωση των κόκκινων δανείων να προκύπτει κυρίως από διαγραφές.
«Η εφαρμογή του «Ηρακλή» έχει αλλάξει δραστικά το τοπίο, ειδικά για τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα, όπου η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι ακόμα πιο δύσκολη. Αν και οι τράπεζες παρουσίασαν σημαντικές ζημίες, αυτές ήταν μικρότερες σε σχέση με τις απευθείας πωλήσεις δανείων», επισήμανε χαρακτηριστικά.
Καταληκτικά, οι τράπεζες έχουν επωφεληθεί από τη μείωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων, καθώς τα υψηλής προτεραιότητας δάνεια που διακρατούν έχουν την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, οδηγώντας σε μηδενικό συντελεστή κινδύνου.