Η εξέλιξη των υποδομών, η οικολογική στροφή και η ψηφιοποίηση στον τομέα των Μεταφορών αναδεικνύονται ως κρίσιμα στοιχεία για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα που παρουσίασε ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών κ. Χρήστος Σταϊκούρας κατά τη διάρκεια του Άτυπου Συμβουλίου Υπουργών Μεταφορών στη Βουδαπέστη, στο πλαίσιο της Ουγγρικής Προεδρίας της ΕΕ.
Ειδικότερα, ο Υπουργός επεσήμανε ότι, τα τελευταία πέντε χρόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη έχουν εργαστεί για τη δημιουργία ενός φιλόδοξου ρυθμιστικού πλαισίου για την επόμενη δεκαετία. Η αναθεώρηση του κανονισμού για το Διευρωπαϊκό Δίκτυο Μεταφορών (ΔΕΔ-Μ) και οι νέοι κανονισμοί για την επίτευξη του στόχου 55% (fit for 55), αποτελούν την απαρχή για τον μετασχηματισμό: εστιάζοντας στη βελτίωση της συνδεσιμότητας, την προώθηση πράσινων μεταφορών και την ψηφιοποίηση για μεγαλύτερη αποδοτικότητα.
Ο κ. Σταϊκούρας τόνισε ότι, παρά την ύπαρξη διαθέσιμων λύσεων και εργαλείων, οι χρηματοδοτικές απαιτήσεις είναι σημαντικές. Υπογράμμισε την αναγκαιότητα να συνεχίσει η Ευρώπη να επενδύει και να αναπτύσσει καινοτόμα χρηματοδοτικά μοντέλα για τον τομέα των Μεταφορών, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανάπτυξή του και η ασφάλεια των δικτύων, με ιδιαίτερη έμφαση στους σιδηρόδρομους, που είναι ο βασικός πυλώνας του ΔΕΔ-Μ και των χρηματοδοτικών εργαλείων του τομέα.
Ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών συμπλήρωσε ότι «στις επόμενες χρονιές, είναι κρίσιμο να εργαστούμε συντονισμένα για την προώθηση των δικτύων μας και την ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας, ώστε να συνδεθούμε αποτελεσματικά με τις γειτονικές χώρες, να υποστηρίξουμε την πολυτροπικότητα και να επιτύχουμε τους στόχους του ΔΕΔ-Μ και της στρατηγικής για έξυπνη και βιώσιμη κινητικότητα».
Επιπλέον, στο πλαίσιο των διμερών συναντήσεων, ο Υπουργός εμβάθυνε στις πολιτικές της ελληνικής Κυβέρνησης, ενώ τόνισε στον Αναπληρωτή Πρωθυπουργό και Υπουργό Μεταφορών της Βόρειας Μακεδονίας, κ. Aleksandar Nikoloski, ότι η χρήση του όρου «Μακεδονία» αντί της «Βόρειας Μακεδονίας» αποτελεί νομική και πολιτική υπέρβαση, αποτελώντας «κόκκινη γραμμή» για οποιαδήποτε πρόοδο στις διμερείς σχέσεις.